Ο Ισοκράτης γεννήθηκε στην Αθήνα το 436 π.Χ., τότε που η πόλη βρισκόταν στο απόγειο της δόξας της. Σε ηλικία σαράντα έξι ετών περίπου, το 390 π.Χ. ή λίγο αργότερα, και μισό αιώνα μετά την εμφάνιση των πρώτων μεγάλων σοφιστών, άνοιξε σχολή, η επίδραση της οποίας υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική. Εγκαινίασε μία σοφιστική διδασκαλία με απώτερο σκοπό τη γενική μόρφωση και προσανατολισμένη στην πολιτική πράξη. Και μολονότι ως μαθητής του Γοργία είχε σοφιστική εκπαίδευση, το πρώτο μανιφέστο της νέας αυτής σχολής, αν και εναρμονίζεται με τη σοφιστική παιδεία, τιτλοφορείται: Κατά των σοφιστών.
Οι προγραμματικοί λόγοι που γράφτηκαν στο πλαίσιο των μαθημάτων της σχολής αποτελούν υποδειγματικά κείμενα, πρότυπα ρητορικής και φιλοσοφίας. Συνταγμένοι με τέτοιο τρόπο, ώστε να αναδεικνύουν τη δύναμη του λόγου μέσα από την ανάγνωση, αποτέλεσαν τον αντικειμενικό στόχο της σχολής. Ο ίδιος ο Ισοκράτης μάλιστα, ομολογούσε το χρέος του προς το βιβλίο, καθώς στον λόγο του Περί αντιδόσεως παραδέχεται ότι όταν γράφτηκαν και μοιράστηκαν τα κείμενά του απέκτησε μεγάλη φήμη και προσέλκυσε πολλούς μαθητές: ο λόγος ο μέλλων αναγιγνώσκεσθαι.
Ο Ισοκράτης φαίνεται ότι ξεπέρασε κατά πολύ το παράδειγμα των προκατόχων του, δηλαδή του Πρωταγόρα και του Προδίκου, και κατέστησε το βιβλίο ουσιαστικό μοχλό της διάδοσης της ρητορικής τέχνης. Τα λόγια του Αριστοτέλη, ο οποίος κατά τον Διονύσιο Αλικαρνασσέα, μιλούσε για δεμάτια από δικανικούς λόγους του Ισοκράτη που υπήρχαν στα βιβλιοπωλεία, δεν απέχουν ίσως από την πραγματικότητα, χωρίς ωστόσο να παραγνωρίζουμε κάποια δόση ειρωνείας που οφειλόταν στον ανταγωνισμό ανάμεσα στις δυο σχολές. Στον προγραμματικό λόγο του Κατά των σοφιστών, ξεκαθαρίζει την άποψή του για τους φιλοσόφους και τον αυτοσχεδιασμό της ρητορικής πρακτικής στα δικαστήρια, καθλως και τους ψευδείς ισχυρισμούς των αντιπάλων του ενώ αναγνωρίζει τη σημασία του βιβλίου στο διδακτικό του έργο: λόγον διέδωκα γράψας, παροτρύνοντας παράλληλα τον μαθητικό και λόγιο κύκλο του: διαδιδόναι τοις βουλομένοις λαμβάνειν. Και μολονότι ο Ισοκράτης δεν υπήρξε ποτέ ευνοούμενος των φιλοσόφων, ήταν κοινά αποδεκτό ότι οι λόγοι του δεν είχαν προπαγανδιστικό χαρακτήρα όπως εκείνοι των σοφιστών, ενώ ακόμη και ο Πλάτων αναγνώριζε τη φιλοσοφική φυσιογνωμία του (Βιβλ. I, 100-101).