Κτήτορας της σημαντικότερης ελληνικής βιβλιοθήκης με φιλολογικά και εκδοτικά κριτήρια ήταν ο Μάρκος Μουσούρος, Κρητικός λόγιος που γεννήθηκε στον Χάνδακα γύρω στο 1470, εγκαταστάθηκε στη Φλωρεντία γύρω στο 1486, όπου και τελειοποίησε τις σπουδές του δίπλα στον Ιανό Λάσκαρη. Εξάσκησε την τέχνη του κωδικογράφου και από το 1493 βρίσκεται στη Βενετία, όπου συμμετέχει στις προετοιμασίες του εκδοτικού εγχειρήματος του Άλδου Μανούτιου. Εξελίχθηκε στον σημαντικότερο επιμελητή ελληνικών εκδόσεων και απέκτησε μάλιστα τη φήμη του σημαντικότερου φιλολόγου της εποχής. Γνώριζε άριστα τη λατινική, και όπως έλεγε για αυτόν ο Έρασμος: «linguae latinae usque ad miraculum doctus».
Η βιβλιοθήκη του ήταν βασικό εργαλείο της δουλειάς του και αντιπροσωπεύεται από απόγραφά του, κώδικες που αντιγράφηκαν για λογαριασμό του από τον Καίσαρα Στρατηγό, χειρόγραφα που απέκτησε από διάφορες πηγές και έντυπα εμπλουτισμένα με σημειώσεις, σχόλια και παρατηρήσεις-διορθώσεις παρασελίδιες. Οι κώδικες της βιβλιοθήκης του Μουσούρου περιλαμβάνουν μεταξύ πολλών άλλων έργα του Αλέξανδρου Αφροδισιέα, του Σέξτου Εμπειρικού, του Στοβαίου, του Γαληνού, του Διόδωρου Σικελιώτη, του Αρριανού, του Αίλιου Αριστείδη, των Αττικών Ρητόρων, του Πίνδαρου, τραγωδίες του Ευριπίδη και πολλά άλλα.
Τα χειρόγραφα αυτά, όπως και άλλα με αφιερωτικά σημειώματα –30 στο σύνολο, 20 από τα οποία θησαυρίζονται σήμερα στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη– πέρασαν στην ιδιοκτησία της μονής των Αγίων Ιωάννη και Παύλου που ανήκε στους δομινικανούς. Σε αυτά πρέπει να προσθέσουμε και άλλους κώδικες που καταλογογραφήθηκαν σε διάφορες βιβλιοθήκες της Ιταλίας και του Βορρά, όπως ένας κώδικας με σχόλια στον Σοφοκλή και τον Ηρωδιανό και ένας άλλος με την Ιστορία του Θουκυδίδη, που ανήκουν στις συλλογές των Εθνικών Βιβλιοθηκών του Παρισιού και της Βιέννης αντίστοιχα. Πολλοί από τους κώδικες αυτούς χρησιμοποιήθηκαν ως πρότυπα για τις αλδινές εκδόσεις που επιμελήθηκε ο Μάρκος Μουσούρος, όπως λόγου χάριν, ο μοναδικός κώδικας του Ησύχιου, που ανήκε όμως στον Giangiacomo Bardellone.
Οι κώδικες αυτοί των βυζαντινών λογίων, όπως και οι άλλοι που κατέληξαν στις ουμανιστικές βιβλιοθήκες της Ιταλίας, μέσα από διαφορετικές ατραπούς, υπήρξαν ανεκτίμητοι και επειδή σ’ αυτούς βασίστηκαν οι πρώτες έντυπες εκδόσεις των Ελλήνων κλασικών και έγινε έτσι μία καθολική επανεκτίμηση της κλασικής παράδοσης, σε αντίθεση με τον τρόπο που είχε παγιωθεί στις μεσαιωνικές μεταφράσεις και ερμηνείες.
Κ.Σπ. Στάικος, Η Ιστορία της Βιβλιοθήκης στον Δυτικό Πολιτισμό, τόμ. V, Αθήνα, Κότινος, 2012, σ. 67–68.