Ένας φιλόβιβλος αναγνώστης του Στράβωνα: ο Ρίτσαρντ Ντε Μπέρυ. Ο ποιητικός, κατά κάποιον τρόπο, αυτός τίτλος, που αναφέρεται στον Ρίτσαρντ Ντε Μπέρυ, οφείλεται στο ότι είναι ο πρώτος δυτικός μετά τον Στράβωνα ο οποίος κάνει λόγο για τον όρο φιλόβιβλος. Ο Στράβων τον 1ο αιώνα π.Χ. χρησιμοποίησε τον όρο φιλόβιβλος για να περιγράψει τα πνευματικά ενδιαφέροντα του Απελλικώνα, ενός αμφιλεγόμενου ατόμου, που απέκτησε τα αυθεντικά συγγράμματα του Αριστοτέλη και προσπάθησε να συμπληρώσει φθαρμένα αποσπάσματα. Με τον τίτλο Philobiblon ο Μπέρυ, δεκατρείς αιώνες αργότερα, θα τιτλοφορήσει ένα δοκίμιό του, για να καταγράψει τους δρόμους και τις μεθόδους που ακολούθησε για τη σύνταξη της βιβλιοθήκης του και να υποδείξει τους κινδύνους που διατρέχουν τα βιβλία από την άσκοπη μεταχείρισή τους στα χέρια μαθητών και αναγνωστών.
Ο Ρίτσαρντ, ο οποίος καταγόταν από ιπποτική οικογένεια, γεννήθηκε κοντά στο Μπέρι Σαίν Έντμουντς το 1287, σπούδασε στην Οξφόρδη, έμαθε ελληνικά και εβραϊκά και κατόπιν εντάχθηκε στο τάγμα των Βενεδικτίνων. Ανέλαβε την εκπαίδευση του πρίγκιπα Εδουάρδου, γιου του βασιλιά Εδουάρδου Β΄ και με την αναρρίχηση του μαθητή του στον θρόνο το 1327, ο Ρίτσαρντ χειροτονήθηκε επίσκοπος του Ντάραμ (1333) και στη συνέχεια αρχικαγκελάριος της Αγγλίας και Θησαυροφύλακας του αγγλικού θρόνου το 1336. Επισκέφθηκε επανειλημμένα την παπική έδρα στην Αβινιόν και ανέλαβε διάφορες διπλωματικές αποστολές έως τον θάνατό του το 1345.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της λαμπρής σταδιοδρομίας του ο Μπέρυ μάζευε βιβλία με οποιονδήποτε τρόπο, τόσο από την Αγγλία όσο και από τη διεθνή αγορά της ηπειρωτικής Ευρώπης. Δεν έκρυβε την πρόθεσή του να αποκτά βιβλία ως αντάλλαγμα διευκολύνσεων που παρείχε λόγω της πολιτικής του θέσης, κάτι που θεωρούσε μάλιστα απόλυτα φυσικό. Δανειζόταν βιβλία από ιδιώτες, εκκλησιαστικούς οίκους και ιδρύματα, με σκοπό την αντιγραφή τους από εξειδικευμένους καλλιγράφους που είχε στην υπηρεσία του, όπως και μικρογράφους και βιβλιοδέτες που στεγάζονταν στην κατοικία του. Πολλά από τα βιβλία που θησαύριζε στη βιβλιοθήκη του προέρχονταν από μονές, και κυρίως από αυτήν του Σεντ Άλμπανς, όπως μνημονεύει στο Gesta abbatum ο Τόμας Γουόλσινγκχαμ, ο οποίος, επίσης, μαρτυρεί ότι ο επίσκοπος Ρίτσαρντ του Γουόλινγκφορντ (1328–1336) έδωσε στον Μπέρυ τέσσερις κώδικες από τη βιβλιοθήκη του Σεντ Άλμπανς με έργα του Τερέντιου, του Βιργίλιου, του Κοϊντιλιανού και το Contra Rufinum του Ιερώνυμου, αποβλέποντας να κερδίσει την εύνοια της Αυλής. Στη συνέχεια, ο ίδιος ο επίσκοπος του πούλησε 32 ακόμη χειρόγραφα από την επισκοπική βιβλιοθήκη για πενήντα λίρες, τα οποία ο Μπέρυ χαρακτήρισε με το όνομά του, εν είδει ex libris.
Ο Ρίτσαρντ είχε κατά νου να ιδρύσει ένα κολέγιο στην Οξφόρδη και να κληροδοτήσει σε αυτό το σύνολο της πλούσιας βιβλιοθήκης του. Η επιλογή του αυτή είχε να κάνει και με την έλλειψη βιβλιοθηκών, δημόσιου χαρακτήρα, ικανών να υποστηρίξουν τις κολεγιακές σπουδές, κάτι άλλωστε που συμμερίζονταν και άλλοι εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι του καιρού του, όπως, λόγου χάρη, ο Τόμας Κόμπχαμ, επίσκοπος του Γούστερ (Μασαχουσέτης). Το σχέδιο όχι μόνο δεν υλοποιήθηκε, αλλά οι εκτελεστές της διαθήκης του Μπέρυ δεν προέβλεψαν να εξασφαλίσουν τη μακροβιότητα της βιβλιοθήκης του. Διέθεσαν τα βιβλία του στην ανοικτή αγορά και ο κατάλογος, που είχε συνταχθεί κατ’ εντολή του και δήλωνε ακριβώς την έκταση και το περιεχόμενο της συλλογής του, χάθηκε για πάντα. Δεν αποκλείεται το όραμα του Μπέρυ για μία πανεπιστημιακού επιπέδου σχολή με πλούσια βιβλιοθήκη να πηγάζει από την πρωτοβουλία του Σορμπόν στο Παρίσι, λαμβάνοντας υπόψη και τις εντυπώσεις του σχετικά με τον κόσμο του βιβλίου κατά την παραμονή του στο Παρίσι: το χαρακτηρίζει paradisium mundi και το παγκόσμιο κέντρο του βιβλίου και των βιβλιοθηκών.
Το Philobiblon του Ρίτσαρντ Ντε Μπέρυ, παρότι δεν έχει λογοτεχνικές αξιώσεις, είναι σημαντικό για δύο κυρίως λόγους: αφενός σχολιάζει τη μοναστική και ακαδημαϊκή ζωή της Αγγλίας το πρώτο ήμισυ του 14ου αιώνα και αφετέρου αποτελεί «ευαγγέλιο» για την αξία του βιβλίου στην εκπαίδευση. Πρόκειται δηλαδή για έναν κανόνα αντίστοιχο με εκείνον των μοναχικών ταγμάτων, με τη διαφορά ότι δεν βασίζεται και δεν υπακούει σε κάποιο συγκεκριμένο ιδρυτικό ντοκουμέντο. Στην πνευματική ιστορία της Αγγλίας κανείς πριν από αυτόν δεν είχε συλλάβει την ανυπολόγιστη αξία της συγκρότησης μιας τεράστιας βιβλιοθήκης πανεπιστημιακού χαρακτήρα, ούτε το όραμα για μία βιβλιοθήκη στην οποία θα είχαν πρόσβαση όλοι οι εραστές της ανάγνωσης.
Με το Philobiblon ο Ρίτσαρντ απέβλεπε να ευαισθητοποιήσει τους μοναχούς αναφορικά με τον κεφαλαιώδη ρόλο που είχε το βιβλίο ως εργαλείο της μάθησης και κατ’ επέκταση να τους εμπνεύσει τον σεβασμό που αυτό έπρεπε να απολαμβάνει ως ο κατεξοχήν φορέας της γνώσης. Ομολογεί ο Μπέρυ στο δοκίμιό του τη συλλεκτική του φιλοσοφία και την αφοσίωσή του στο βιβλίο, τονίζοντας ότι για τον εμπλουτισμό της βιβλιοθήκης του δεν στάθηκε τίποτα εμπόδιο, ούτε καν ο οικονομικός παράγοντας, και παροτρύνει τους συγχρόνους του, αλλά και τις επερχόμενες γενεές, να δείξουν τον επιβαλλόμενο σεβασμό, κάτι που απαιτούσε τόσο μία προσεκτική χρήση του βιβλίου όσο και μία συνειδητή προσπάθεια για τη διαφύλαξή του από τους περιστασιακούς ή και τους μόνιμους αναγνώστες – το αντίθετο το θεωρούσε ισότιμο με τη βεβήλωση των θείων.
Κ.Σπ. Στάικος, Η Ιστορία της Βιβλιοθήκης στον Δυτικό Πολιτισμό, τόμ. ΙV, Αθήνα, Κότινος, 2010, σ. 322–324.
Dunn, Stephanie, Richard de Bury, Βαλντόστα, Γεωργία, Ηνωμένες Πολιτείες, Pribadong Publication (2009), 4.
Parkes, M.B., «The provision of books», HUO 2 (1992), 423–472.
Stratford, Jenny – Webber, Teresa, «Bishops and Kings: private book collections in Medieval England», LBI, 192–193.
Stratford, Jenny, «The early royal collections and the Royal Library to 1461», CHBB 3 (1999), 259–260.
Cheney, C.R., «Richard de Bury, borrower of Books», Speculum 48 (1973), 325–328.
Riley, H.T. (ed.), Gesta abbatum sancti Albani, 3 τ., Λονδίνο, 1867–1869, τ. 2, 200.
Ker, N.R., «Richard de Bury’s books from the Library of St Albans», BLR 3 (1950–1951), 177–179.
Thornton, J.L., Selected Readings in the History of Librarianship, Λονδίνο, The Library Association, 1966.