Η Μονή του Αγίου Νικολάου του Κάζολε, δύο χιλιόμετρα έξω από το Ότραντο στην Ιταλία, ιδρύθηκε το 1099 και την επόμενη περίπου δεκαετία άρχισε να εξελίσσεται στο κατεξοχήν κέντρο καλλιέργειας των ελληνικών γραμμάτων σε ολόκληρη την Απουλήια (Diehl, Le monastère). Ο τρίτος κατά σειρά ηγούμενος της Μονής, ο Νικόλαος (1219-1235), συγκρότησε πλούσια και σημαντική βιβλιοθήκη στη διάρκεια των ταξιδιών του σε διπλωματικές αποστολές. Λέγεται ότι ξόδευε αφειδώς για την αγορά ελληνικών κωδίκων από διάφορες περιοχές και μοναστηριακά συγκροτήματα του ελληνικού χώρου. Ωστόσο, από όλα τα βιβλία που συγκέντρωσε το μόνο που μπορούμε να ταυτίσουμε με τη συλλογή του είναι το Donazione de Constantino. Οι περισσότεροι μοναχοί του Αγίου Νικολάου προέρχονταν από τα ανατολικά εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μιλούσαν ελληνικά και καλλιεργούσαν τα ελληνικά γράμματα, προσφέροντας μάλιστα δωρεάν στέγη σε όσους επιθυμούσαν να σπουδάσουν την ελληνική γλώσσα. Έτσι, πολλοί μοναχοί από τα γύρω μοναστήρια της περιοχής όπως του Πολυκάστρου, του Μινερβίνου, του Κάστρου κ.ά. αλλά και από την πόλη του Μπρίντεζι ακόμη, κατέφευγαν στη Μονή για να πλουτίσουν τις γνώσεις τους (Stone, Libr., 333).
Θα γνωρίζαμε ασφαλώς πολύ περισσότερα πράγματα για τη Μονή αν είχε διασωθεί το Χρονικό της, που γράφτηκε το 1480, ή έστω το Τυπικό της που συντάχθηκε από τον ίδιο τον ηγούμενο Νικόλαο στα 1174 και διασωζόταν στο Τορίνο μέχρι την καταστροφική πυρκαγιά του 1904. Το Τυπικό αυτό, που περιείχε τους κανόνες λειτουργίας της Μονής, συμπεριλάμβανε παρασελίδιες σημειώσεις με 66 επώνυμους δανεισμούς βιβλίων από τη βιβλιοθήκη. Τα περισσότερα από αυτά ήταν θρησκευτικά· υπάρχουν ωστόσο μαρτυρίες και για κοσμικά έντυπα λεξικογραφικού και νομικού χαρακτήρα, για έναν ονειροκρίτη και για δύο έργα συγγραφέων της κλασικής εποχής (Σοφιστικοί έλεγχοι του Αριστοτέλους και κωμωδίες του Αριστοφάνη). Έχει μάλιστα υποστηριχτεί ότι το χειρόγραφο αυτό του Αριστοφάνη είναι ο περίφημος Codex Venetus. Πολλά στοιχεία αντλούμε από ένα έργο του Antonio Galateo από το Lecce, που έδρασε γύρω στα 1500, ο οποίος περιγράφει τη Μονή και αναφέρει ότι επισκέφθηκε τη βιβλιοθήκη της πριν από την καταστροφή της (1480) από τους Τούρκους: "Υπάρχει ονομαστό κοινόβιο στον Άγιο Νικόλαο, που απέχει χίλια πεντακόσια μέτρα από τον Υδρούντα. Εδώ ζούσε πλήθος μοναχών του Μεγάλου Βασιλείου [...]. Ζούσε τους χρόνους των προπάππων μας, όταν ήκμαζε η αυλή της Κωνσταντινούπολης, ένας φιλόσοφος, ο Νικόλαος ο Υδρούντιος, του οποίου πριν από την εισβολή των Τούρκων υπήρχαν πολλά βιβλία στο μοναστήρι, σχετικά με τη Λογική και τη Φιλοσοφία. Εδώ, σε αυτό το μοναστήρι, έγινε ηγούμενος ο ξακουστός Νικήτας, ο οποίος συχνά στελνόταν από τον ύψιστο ποντίφικα στον αυτοκράτορα και από εκείνον πάλι στον ποντίφικα, για να συμβιβάσει τα πράγματα, καθώς είχε ξεσπάσει κάποια διαμάχη ανάμεσα στον ποντίφικα και τον αυτοκράτορα ή για την ορθόδοξη πίστη ή για άλλο θέμα. Γιατί αυτός είχε μέγιστο κύρος και σοβαρότατο χαρακτήρα, όπως όλοι όσοι στράφηκαν από τη φιλοσοφία στη θρησκεία. Εκείνος, χωρίς να υπολογίσει δαπάνες, με βιβλία κάθε είδους, που μπόρεσε να προμηθευτεί από την Ελλάδα, συγκρότησε βιβλιοθήκη σ’ αυτό το κοινόβιο, μεγάλο μέρος των οποίων χάθηκε εξαιτίας της αδιαφορίας και της περιφρόνησης των Λατίνων για τα ελληνικά γράμματα. Ένα όχι ασήμαντο μέρος μεταφέρθηκε στη Ρώμη στον καρδινάλιο Βησσαρίωνα και από εκεί στη Βενετία. Ένα άλλο μέρος γλύτωσε από τους Τούρκους που λεηλάτησαν και κατέστρεψαν το μοναστήρι" (Από την Ιαπυγία).
Η πλούσια αυτή βιβλιοθήκη δεν εξυπηρετούσε προφανώς μόνο τις πνευματικές αναζητήσεις των μοναχών αλλά και τη λειτουργία του σχολικού κέντρου και επομένως πρέπει να περιλάμβανε όχι μόνο θεολογικά κείμενα αλλά και βιβλία που θα υποστήριζαν τις παραδόσεις των μαθημάτων της κλασικής παιδείας. Από το ντοκουμέντο του Galateo πληροφορούμαστε ακόμη ότι μεγάλο τμήμα των βιβλίων περιήλθε στην κατοχή του καρδινάλιου Βησσαρίωνος στη Ρώμη (γύρω στο 1460) και στη συνέχεια κατέληξε στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη.
Κ.Σπ. Στάικος, Η Ιστορία της Βιβλιοθήκης στον Δυτικό Πολιτισμό, τόμ. ΙΙΙ, Αθήνα, Κότινος, 2007, σ. 289–291.