Ιστορική αναδρομή. Το 1792 ιδρύθηκε η Μεγάλη Σχολή της Χίου ύστερα από εισήγηση του ξακουστού δασκάλου της εποχής Αθανασίου Παρίου (1721–1813) και τις πρωτοβουλίες που ανέλαβαν ο Αδαμάντιος Κοραής και άλλοι Χιώτες αστοί. Αποστολή της Σχολής ήταν να αποτελέσει ένα θύλακα της ελληνικής παιδείας στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. Η συγκρότησή της προήλθε από τη συνένωση τριών μικρότερων Σχολών, που λειτουργούσαν στις συνοικίες της Απλωτεριάς, του Εγκρεμού και του Παλαιοκάστρου, και τη συστέγασή τους σε ένα κτίριο.
Παράλληλα με τη Σχολή αποφασίστηκε η δημιουργία Βιβλιοθήκης, η οποία θα λειτουργούσε ως προσάρτημά της. Στη σύσταση και την οργάνωση της Βιβλιοθήκης, καίριος ήταν ο ρόλος του Αδαμάντιου Κοραή, ο οποίος θεωρούσε την ύπαρξη βιβλίων στον σχολικό χώρο ως βασική προϋπόθεση για την αποτελεσματική διδασκαλία. «Ποίαν ωφέλειαν δύναται να σας προξενήσωσιν οι διδάσκαλοι, χωρίς βιβλιοθήκην;», έθετε το ρητορικό ερώτημα σε επιστολή του σχετικά με το θέμα, το 1803, για να απαντήσει ο ίδιος: «Διδάσκαλος χωρίς βιβλία είναι ράπτης χωρίς βελόνας, χωρίς ψαλίδια, χωρίς κλωστάς».
Με στόχο τον εμπλουτισμό της νεοσύστατης Βιβλιοθήκης, ο Κοραής απευθύνθηκε στον ντόπιο πληθυσμό, στα εκπαιδευτικά ιδρύματα και στις μονές του νησιού, ενώ στράφηκε και προς τους Έλληνες της Διασποράς καθώς και σε διάφορους φιλέλληνες. Επίσης, πρότεινε στη Δημογεροντία της Χίου να προχωρήσει στην αγορά 4.000 βασικών έργων και στην ετήσια δαπάνη 2.000 γροσιών για την αγορά νέων βιβλίων. Οι δημογέροντες συναίνεσαν στην πρόταση του Κοραή και του απέστειλαν 20.000 γρόσια για την άμεση αγορά των βιβλίων. Επιπλέον, αποφάσισαν να διαθέτουν 3.000 γρόσια ετησίως για την αγορά νεοεκδοθέντων συγγραμμάτων.
Συνεργαζόμενος με τον φίλο του Αλέξανδρο Βασιλείου (1760–1818), λόγιο και έμπορο στη Βιέννη με καταγωγή από το Αργυρόκαστρο, ο Κοραής άρχισε να του στέλνει καταλόγους με τα βιβλία προς αγορά εκ μέρους της Βιβλιοθήκης, αλλά και αντίτυπα βιβλίων που εξέδιδε ο ίδιος. Παράλληλα συνέχισε τις προσπάθειες να βρει δωρητές βιβλίων μεταξύ των Ελλήνων και των φιλελλήνων του εξωτερικού. Γι’ αυτό τον λόγο, συνέταξε και δημοσίευσε εγκύκλιο στα προλεγόμενα της έκδοσης του Πλούταρχου, Βίοι Παράλληλοι (1813), που απευθυνόταν στους «φιλέλληνες σοφούς της Ευρώπης», προκειμένου να αποστείλουν στη Βιβλιοθήκη ένα αντίτυπο των συγγραμμάτων τους, επισημαίνοντας τα οφέλη που θα είχε μια τέτοια κίνηση τόσο για την Ελλάδα όσο και για τους ίδιους.
Η θετική και μεγάλη ανταπόκριση των «σοφών της Ευρώπης» στην έκκληση του Κοραή είχε ως αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση των βιβλίων της Βιβλιοθήκης, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη στέγασής της σε μεγαλύτερο χώρο. Ως εκ τούτου, το 1817 δημιουργήθηκε νέο κτίριο που θα φιλοξενούσε αποκλειστικά τη Βιβλιοθήκη, το κόστος του οποίου ανήλθε σε περίπου 100.000 γρόσια. Μέχρι και την έναρξη της Επανάστασης, η Βιβλιοθήκη συνέχισε να εμπλουτίζεται με νέες δωρεές, φτάνοντας να αριθμεί μεταξύ 20.000 έως 30.000 τόμους, καθιστώντας την τη μεγαλύτερη της Ανατολής. Σύμφωνα με τον Νεόφυτο Βάμβα, ο οποίος κατόπιν υποδείξεως του Κοραή είχε αναλάβει από το 1815 τη διεύθυνση της Σχολής, η συλλογή της Βιβλιοθήκης περιελάμβανε αξιόλογα συγγράμματα των αρχαίων Ελλήνων και των Πατέρων της εκκλησίας, όπως και πολλά σύγχρονα επιστημονικά. Τα περισσότερα από τα βιβλία των αρχαίων ελλήνων συγγραφέων προέρχονταν από εκδόσεις του Κοραή και από το Τυπογραφείο της Σχολής.
Όσον αφορά τις υπηρεσίες της Βιβλιοθήκης προς το κοινό, ήταν ανοικτή σε τακτικές ώρες για όλους τους πολίτες. Οι αναγνώστες εξυπηρετούνταν από τον βιβλιοθηκάριο και είχαν τη δυνατότητα να κρατούν σημειώσεις από τα συγγράμματα, όχι όμως και να δανειστούν βιβλία, καθώς η Βιβλιοθήκη δεν ήταν δανειστική παρά μόνο για τους δασκάλους. Ο αφανισμός της Βιβλιοθήκης το 1822, απόρροια της καταστροφής του νησιού από τους Τούρκους, έμελλε να κλείσει την πρώτη περίοδο λειτουργίας της Βιβλιοθήκης με τον χειρότερο τρόπο, καθώς δεν διασώθηκε τίποτα από τις πλούσιες συλλογές της που σύμφωνα με εκτιμήσεις ξεπερνούσε τους 20.000 τόμους.
Μετά το τέλος της Ελληνικής Επανάστασης και της ανακήρυξης της Ελλάδας ως ανεξάρτητου κράτους, οι Χιώτες έμποροι της διασποράς ήταν αυτοί που ανέλαβαν να καλύψουν οικονομικά την κτiριακή αποκατάσταση της Βιβλιοθήκης. Ο Αδαμάντιος Κοραής, από την πλευρά του, ήταν πάλι εκείνος που πρωτοστάτησε στο κομμάτι του εμπλουτισμού της με νέα βιβλία, συνεχίζοντας να παροτρύνει λόγιους και πλούσιους της Ελλάδας και του εξωτερικού να δωρίσουν βιβλία από τις συλλογές τους στη Βιβλιοθήκη. Επιπλέον, κληροδότησε όλα τα βιβλία του στη Μεγάλη Σχολή, τα οποία θα αποστέλλονταν στο νησί μετά το θάνατο του.
Ωστόσο, όταν ο Κοραής πέθανε, στις 6 Απριλίου 1833, η Σχολή δεν λειτουργούσε, με συνέπεια να μην υπάρχει ο κατάλληλος χώρος για την τοποθέτηση των βιβλίων μέχρι τουλάχιστον και το 1839, όταν το Γυμνάσιο της Χίου, όπως είχε πλέον μετονομαστεί η Σχολή, επανεκκίνησε τις εργασίες του. Το 1840 οι έφοροι του Γυμνασίου κινητοποιήθηκαν για τη μεταφορά των βιβλίων του Κοραή στο νησί από τη Μασσαλία που βρίσκονταν, όμως παρουσιάστηκαν νέα εμπόδια καθώς την βιβλιοθήκη βάρυναν χρέη φύλαξης και συντήρησης. Τελικά, με τη συνδρομή του Χιώτη εφημέριου της ορθόδοξης ελληνικής κοινότητας στη Μασσαλία Καλλίνικου Κρεατσούλη και του συντοπίτη του Δημήτριου Π. Σκαραμαγκά, άρχισαν το 1842 να αποστέλλονται τμηματικά τα βιβλία, συγκροτώντας τον πρώτο πυρήνα της Βιβλιοθήκης του Γυμνασίου, συμποσούμενο σε 3.000 τόμους. Μέχρι το 1850 είχε περιέλθει στην κυριότητα του Γυμνασίου –πέραν των βιβλίων που χάθηκαν ή συλήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια αυτών των δεκαετιών– το μεγαλύτερο μέρος της δωρεάς του Κοραή (περίπου 3.000 τόμοι, μικρά τεύχη, χειρόγραφα και χάρτες). Η συλλογή των βιβλίων του Κοραή (βλ. αναλυτικά Βιβλιοθήκη του Αδαμάντιου Κοραή) ξεχωρίζει τόσο για τον εγκυκλοπαιδικό της χαρακτήρα, αφού περιλαμβάνει βιβλία που καλύπτουν μεγάλο εύρος θεματικών (νομικής, πολιτειολογίας, φιλοσοφίας, έργα αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων κλασικών κ.ά.), όσο και για την καλλιέπεια των εκδόσεων. Να σημειωθεί ότι από τη δωρεά του Κοραή προέρχεται και το παλαιότερο έντυπο βιβλίο (αρχέτυπο) της Βιβλιοθήκης στη Χίο⸱ είναι το De Medicina (Περί Ιατρικής) του Αύλου Κορνηλίου Κέλσου, που εκδόθηκε στη Βενετία το 1493.
Εν τω μεταξύ, το 1858, η Βιβλιοθήκη έτυχε μιας ακόμα μεγάλης δωρεάς, προερχόμενης από τον Χιώτη Ιωάννη Ανδρεάδη (†1858), λόγιο και πλούσιο έμπορο στην Τεργέστη, ο οποίος κληροδότησε στη Βιβλιοθήκη 4.331 τόμους βιβλίων που χρονολογούνται πριν τα μέσα του 19ου αιώνα. Τα βιβλία περιήλθαν στην κατοχή της Βιβλιοθήκης μαζί με τον κατάλογό τους και τις εννιά πολυτελείς θήκες τους αμέσως μετά τον θάνατο του Ανδρεάδη στις 29 Μαΐου 1858. Η σπουδαιότητα της συλλογής έγκειται στις σπάνιες εκδόσεις των αρχαίων συγγραφέων αλλά και για την εκτεταμένη και πολύτιμη σειρά των βυζαντινών βιβλίων των εκδόσεων της Βόννης. Ξεχωρίζουν επίσης τα ιστορικά-γεωγραφικά βιβλία, ενώ η βιβλιοδετική αξία των βιβλίων είναι μεγάλη.
Οι μεγάλες δωρεές των Κοραή και Ανδρεάδη μαζί με άλλες μικρότερες την ίδια περίοδο γέμισαν ασφυκτικά την αίθουσα του παλιού Νοσοκομείου που στεγαζόταν η Βιβλιοθήκη, με αποτέλεσμα η αναζήτηση νέου χώρου για την εγκατάσταση της να κρίνεται άμεση. Η οικοδόμηση του νέου κτιρίου ξεκίνησε το 1864 δίπλα στο χώρο του Γυμνασίου, όμως γρήγορα οι εργασίες διακόπηκαν λόγω έλλειψης χρημάτων, με τα βιβλία να τοποθετούνται προσωρινά σε μια αίθουσα του σχολείου. Χάρη στις μεγάλες δωρεές που «συγκέντρωνε η ακένωτος φιλοπατρία και φιλομουσία των εν τω εξωτερικώ ευρισκομένων Χίωv», σύμφωνα με τον επί σειρά ετών διευθυντή της Βιβλιοθήκης Στέφανο Καββάδα (1900–1980) στον βιβλίο-κατάλογο Η εν Χίω Βιβλιοθήκη Κοραή (βλ. ενότητα «Κατάλογοι»), το έργο τελικά ολοκληρώθηκε το 1870. Ένα χρόνο αργότερα η Επιτροπή των Σχολείων Χίου, εκμεταλλευόμενη χορηγία των Μ. Αργέντη και Μ. Ζ. Σκυλίτση, ανέθεσε στον Κ. Φραγκούλη, γλύπτη από την Σύρο, την κατασκευή μαρμάρινης πλάκας με την επιγραφή του Γυμνασίου που απεικόνιζε ως σύμβολο του Γυμνασίου μια σφίγγα στον τύπο των κλασσικών νομισμάτων της Χίου. Έχοντας επίγνωση του σημαντικού πλούτου της Βιβλιοθήκης –εκτός από τα βιβλία υπήρχαν και μοναδικά κειμήλια–, οι υπεύθυνοι της Βιβλιοθήκης αγόρασαν υδραντλία για την πυροπροστασία, ενώ αποφασίστηκε η ταξινόμηση και καταλογογράφηση των περίπου 11.000 τόμων της, οι οποίοι ήταν απλώς καταγραμμένοι στους καταλόγους αποστολής χωρίς άλλα στοιχεία για το περιεχόμενό τους.
Την εργασία της ταξινόμησης ανέλαβε ο –«πατέρας» της Λαογραφίας στην Ελλάδα– Νικόλαος Γ. Πολίτης (1852–1921), ο οποίος ανέλαβε μαζί με τους απαιτούμενους βοηθούς τη διεκπεραίωση του έργου το καλοκαίρι του 1871. Η διαδικασία της ταξινόμησης διήρκεσε 3 μήνες και μετά την ολοκλήρωση του δελτιοκαταλόγου της ο Πολίτης επέστρεψε στην Αθήνα για να εκδώσει τον συγκεντρωτικό κατάλογο των βιβλίων. Εξαιτίας ωστόσο διαφόρων δυσκολιών που ανέκυψαν, ο κατάλογος δεν εκδόθηκε ποτέ παρά μόνο ως τυπογραφικό δοκίμιο. Παρ’ όλα αυτά, ο Πολίτης απέστειλε στη Χίο τον ανανεωμένο κατάλογο με τα βιβλία που κατείχε η Βιβλιοθήκη μέχρι το 1872, ταξινομημένα σε 25 κατηγορίες και αριθμημένα κατά θέμα.
Το 1881 αποτέλεσε κομβική χρονιά για τη Βιβλιοθήκη του Γυμνασίου λόγω του ισχυρού σεισμού που έπληξε το νησί στις 22 Μαρτίου. Ο εγκέλαδος μεγέθους 6,5 ρίχτερ είχε ως οδυνηρό απολογισμό τον θάνατο 3.550 ανθρώπων και μεγάλες καταστροφές στα κτίρια και τις υποδομές του νησιού. Το νεόδμητο κτίριο της Βιβλιοθήκης δεν γκρεμίστηκε, αλλά υπέστη σημαντικές ζημιές με συνέπεια να κριθεί κατεδαφιστέο. Τουλάχιστον, διασώθηκαν τα βιβλία και τα υπόλοιπα κειμήλια της Βιβλιοθήκης.
Η συνδρομή των Χιωτών της διασποράς έμελε να δώσει για ακόμα μια φορά λύση σε πρόβλημα σχετικό με τη Βιβλιοθήκη. Επωφελούμενη από τα χρηματικά βοηθήματα των χιακών οικογενειών της Μασσαλίας, του Λονδίνου, της Αλεξάνδρειας και της Αθήνας, και αφού είχε πάρει την σχετική άδεια από την Τουρκική Διοίκηση, η Εφορεία των Σχολείων Χίου ξεκίνησε το 1884 τις εργασίες για την ανέγερση νέου κτιρίου της Βιβλιοθήκη, νοτιανατολικά του επίσης νεότευκτου Γυμνασίου. Τα εγκαίνια του νεοκλασικού κτιρίου (αποτελεί τον πυρήνα του σημερινού), πραγματοποιήθηκαν το 1885 και στο υπέρθυρο της εισόδου τοποθετήθηκε επιγραφή «Βιβλιοθήκη Αδαμάντιου Κοραή», δίνοντας στο ίδρυμα το όνομα του εμπνευστή της.
Το νέο οικοδόμημα κάλυπτε τις βασικές ανάγκες, στέγασης και διοίκησης, αλλά δεν διέθετε αναγνωστήριο που θα πληρούσε τις απαραίτητες προδιαγραφές για απρόσκοπτη μελέτη. Επιπλέον, ήταν θέμα χρόνου να δημιουργηθεί πρόβλημα με την έλλειψη χώρου για τη φύλαξη των βιβλίων λόγω της συνεχούς αύξησής τους. Υπολογίζεται ότι μέχρι το 1920 είχαν υπερδιπλασιαστεί από την ταξινόμηση του Πολίτη, ξεπερνώντας τους 30.000 τόμους. Σύμφωνα με τα στοιχεία καταγραφής των δωρητών από το 1879 έως το 1933, ξεχωρίζουν οι δωρεές των Γεωργίου Μιχαληνού (2.183 τόμοι), Αλέξανδρου Βοτσάνη (2.065), Ιωάννη Βούρου (1.114), Νικολάου Πετροκοκκίνου (930), Wil. R. Rosenbusch (702), Γερμανού Βασιλάκη (682), Φίλιππου Αργέντη (598), Παντελή Κοντογιάννη (480) κ.ά.
Για την αντιμετώπιση λοιπόν του χωροταξικού προβλήματος ξεκίνησε αφενός μια πρόχειρη απογραφή των βιβλίων που κράτησε τέσσερα χρόνια και διευκόλυνε την χρήση των βιβλίων από τους επισκέπτες⸱ αφετέρου, το 1932 αποφασίστηκε η επέκταση του κτιρίου. Η προέκταση της Βιβλιοθήκης «Κοράης» έγινε στο πίσω μέρος του υπάρχοντος κτιρίου και περιελάμβανε υπόγειο με τρεις αίθουσες βιβλιοθηκών όπου τοποθετήθηκαν 26.100 τόμοι, και πάνω από αυτό σε υπερυψωμένο ισόγειο, δημιουργήθηκε ευρύχωρο αναγνωστήριο. Στο υπάρχον κτίριο περιλήφθηκε το γραφείο του εφόρου, αίθουσα συνεδριάσεων και βιβλιοθήκες, οι οποίες χώρεσαν 6.000 τόμους παλαιών-πολύτιμων βιβλίων. Η διαρρύθμιση αυτή διατηρείται μέχρι και τις μέρες μας.
Ορόσημο για την πορεία της Βιβλιοθήκης ήταν η αναγνώρισή της το 1928 ως δημόσια από την Ελληνική Πολιτεία (Ν. 3645 «Περί της εν Χίω Βιβλιοθήκης “Κοραής”») και η υπαγωγή της στο υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων. Το «Ταμείον Εκπαιδευτικής Πρόνοιας Χίου» ήταν ο φορέας που ανέλαβε τη διοίκηση και τη λειτουργία της Βιβλιοθήκης μέχρι το 1932, όταν δημιουργήθηκε ο θεσμός των Σχολικών Ταμείων και τα καθήκοντά του ανέλαβε (έως το 1990) το «Σχολικό Ταμείον του Δήμου Χίου».
Αναφορικά δε με τη διαμόρφωση του περιεχομένου της Βιβλιοθήκης καθοριστική ήταν κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών η δωρεά της συλλογής 4.000 τόμων μαζί με προσωπικά αντικείμενα του Χιώτη λογοτέχνη Γεώργιου Θεοτοκά (1905–1966) και η συμβολή της οικογένειας Αργέντη, αριστοκρατών της Χίου με καταγωγή από την Ιταλία. Η συλλογή των βιβλίων του Γ. Θεοτοκά παραχωρήθηκε από την οικογένειά του στη Βιβλιοθήκη «Κοραής» το 1971 μαζί με το γραφείο και τις βιβλιοθήκες που ήταν τοποθετημένα. Τα περισσότερα βιβλία ήταν δωρεές των ίδιων των συγγραφέων προς τον Θεοτοκά, όπως μαρτυρούν οι ιδιόχειρες αφιερώσεις στο εσωτερικό τους. Ως προς το περιεχόμενό, το μεγαλύτερο μέρος των βιβλίων είναι ελληνική και ξένη πεζογραφία και ποίηση, γεγονός αναμενόμενο λόγω της ιδιότητας του κτήτορα. Επίσης συγκαταλέγονται δοκίμια, θεατρικά και ταξιδιωτικά, ενώ σημαντικό μέρος της συλλογής απαρτίζεται από τόμους που σχετίζονται με το δίκαιο, την ιστορία, την λαογραφία, τη φιλοσοφία, τη γλώσσα, την πολιτική και τη θρησκεία. Αξιόλογες είναι ακόμα οι περιοδικές εκδόσεις και τα λεξικά, ενώ ξεχωριστή θέση κατέχουν βιβλία που μελετούν την ιστορία της Χίου, αφορούν σπουδαίες μορφές Χιωτών ή έχουν γράψει Χιώτες. Στην δωρεά περιλήφθηκε και το αρχείο του πατέρα του, του διαπρεπή νομικού και συμβούλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Μιχαήλ Θεοτοκά.
Ο Φίλιππος Αργέντης (1891–1974), χάρισε στη Βιβλιοθήκη αρχής γεννωμένης από το 1933 και μέχρι το 1962 –χρονιά εορτασμού της 50ής επετείου της απελευθέρωσης του νησιού από του Τούρκους– περίπου 10.000 τόμους βιβλίων που είχαν εκδοθεί κατά την περίοδο 1500–1950, μεταξύ των οποίων βιβλία που είχαν γραφτεί για τη Χίο και άλλα συγγράμματα συγγραφέων με καταγωγή από το νησί. Εκτενέστερα, το σύνολο της δωρεάς του περιελάμβανε πολύτιμα χειρόγραφα, ειδικά επιστημονικά περιοδικά, καταστατικά συλλόγων, λόγους, χάρτες, λευκώματα, χειρόγραφα, κειμήλια, φωτογραφίες, πίνακες, καθώς και διάφορες μελέτες και άρθρα από κάθε τομέα της ιστορίας και του πολιτισμού της Χίου. Εκτός από αυτά, ο μεγάλος ευεργέτης συνέβαλε και στην ανακαίνιση του κτιρίου και την προσθήκη ορόφου και νέων αιθουσών. Τη χρηματοδότηση των έργων καθώς και τον εξοπλισμό της Βιβλιοθήκης με νέα έπιπλα και μηχανήματα συνέχισε και ο γιός του, Παντελής-Λορέντζος, το διάστημα 1974–1978. Επιπροσθέτως, ανέλαβε τα έξοδα της έκδοσης του Καταλόγου των ιστορικών βιβλίων της Βιβλιοθήκης μέχρι το 1973, τον οποίο επιμελήθηκε ο Στέφανος Καββάδας (βλ. ενότητα «Κατάλογοι»). Σήμερα, στον όροφο της δωρεάς Αργέντη (2ος όροφος της Βιβλιοθήκης «Κοραής») φιλοξενείται το Μουσείο Αργέντη, που εκθέτει το λαογραφικό-ιστορικό υλικό της Χίου (Λαογραφικό Μουσείο) και ιστορικούς-τοπογραφικούς πίνακες του νησιού (Πινακοθήκη).
Ο πολλαπλασιασμός των βιβλίων, είτε μέσω αγορών είτε μέσω δωρεών, παράλληλα με τις ανάγκες τεχνολογικού υλικού που απαιτεί μια σύγχρονη βιβλιοθήκη επανέφερε εκ νέου το πρόβλημα του χώρου κατά τη δεκαετία του 1990. Η λύση αυτή τη φορά δόθηκε με την παραχώρηση του παλαιού Δημοτικού Παρθεναγωγείου το 1993, το οποίο βρίσκεται δίπλα στο κτίριο της Βιβλιοθήκης. Εκεί μεταφέρθηκαν σταδιακά τμήματα και υπηρεσίες της Βιβλιοθήκης, όπως το Δανειστικό τμήμα, η συλλογή της Κινητής Βιβλιοθήκης, το Κέντρο Πληροφόρησης και το Συντηρητήριο, ενώ από το 2009 λειτουργεί βιβλιοστάσιο όπου φιλοξενούνται συλλογές βιβλίων.
Τμήματα και υπηρεσίες Βιβλιοθήκης «Κοραής». Από το 1950 ξεκίνησε τη λειτουργία του το Δανειστικό Τμήμα, με τη μέριμνα του Αλέκου Καλαμπόκη, ο οποίος είχε διαδεχθεί στη διεύθυνση της Βιβλιοθήκης τον Στ. Καββάδα. Απευθυνόμενο σε παιδιά και ενήλικες, το Δανειστικό Τμήμα διαθέτει σήμερα πάνω από 11.000 βιβλία (ψυχαγωγικά, εκπαιδευτικά, λογοτεχνικά, ιστορικά, ψυχολογικά κ.ά.) και 4.500 περίπου μέλη.
Το 1972 πρωτολειτούργησε η κινητή βιβλιοθήκη, μια καινοτόμα υπηρεσία που έδινε τη δυνατότητα μέσω ενός ειδικού βιβλιο-αυτοκινήτου σε κατοίκους του νησιού που δεν μπορούσαν να επισκεφθούν τη Βιβλιοθήκη «Κοράης», όπως π.χ. μαθητές, καθηγητές, ηλικιωμένοι και κρατούμενοι, να έχουν πρόσβαση στα βιβλία της. Σήμερα η βάση των κινητών μονάδων και το σημείο τροφοδότησής τους είναι το παράρτημα της Βιβλιοθήκης στο λιμάνι της Χίου, στην οδό Λ. Πορφύρα.
Το 1994, ο διευθυντής της Βιβλιοθήκης «Κοραής» Δημήτρης Δημητρακόπουλος εισηγήθηκε για πρώτη φορά την ίδρυση εργαστηρίου συντήρησης, επικαλούμενος το γεγονός ότι η Βιβλιοθήκη διέθετε μεγάλο αριθμό από χειρόγραφα, βιβλία, αρχεία, χάρτες, σχέδια, εφημερίδες, πίνακες, κ.λπ. με τεράστια αξία. Σύμφωνα με τον Δημητρακόπουλο, το πολύτιμο αυτό πολιτιστικό υλικό, «παγκόσμιου ενδιαφέροντος», είχε υποστεί επικίνδυνες φθορές από τον χρόνο, τη χρήση και τις συνθήκες διαφύλαξης, επομένως έχριζε συντήρησης. Ο Δημητρακόπουλος επιχειρηματολογούσε ότι στη Βιβλιοθήκη υπήρχαν όλες εκείνες οι απαραίτητες και πλέον βασικές προϋποθέσεις για τη σύγχρονη λειτουργία του. Πέρασαν τελικά τρία χρόνια, όταν το 1997 το Εργαστήριο Συντήρησης της Βιβλιοθήκης ξεκίνησε τη πειραματική λειτουργία του με σπουδαστές του Τμήματος Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (σήμερα του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής), που εκπονούσαν είτε την εξάμηνη πρακτική τους άσκηση είτε την πτυχιακή τους εργασία. Το 2000, μετά το πέρας της πειραματικής λειτουργίας του εργαστηρίου, υπήρξε για μικρό διάστημα συνεργασία με απόφοιτο του Τμήματος Συντήρησης, όμως το 2001 το εργαστήριο σταμάτησε τη λειτουργία του λόγω έλλειψης πόρων. Τον Μάρτιο του 2007, το Εφορευτικό Συμβούλιο της Βιβλιοθήκης αποφάσισε και προχώρησε, σε συνεργασία με την 3η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, την επαναλειτουργία του εργαστηρίου, το οποίο από τότε παρέμεινε ενεργό έχοντας ως σκοπό την αποκατάσταση και συντήρηση των τεκμηρίων της Βιβλιοθήκης.
Από το 2006, στο πλαίσιο του Προγράμματος «Κοινωνία της Πληροφορίας» και με την υποστήριξη του τμήματος Μηχανοργάνωσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου, σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο της Βιβλιοθήκης βρίσκεται το Δημόσιο Κέντρο Πληροφόρησης όπου οι επισκέπτες μπορούν με τη χρήση υπολογιστών να αναζητήσουν πληροφορίες για μια σειρά θεμάτων, όπως οικονομικά, τουριστικά, εκπαιδευτικά, εργασίας, επιχειρήσεις, πολιτιστικά κ.λπ., σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και διεθνές επίπεδο. Τέλος, η Βιβλιοθήκη υποστηρίζει και φιλοξενεί εκπαιδευτικά προγράμματα, παρουσιάσεις βιβλίων και άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις, που οργανώνονται κατά καιρούς από σχολεία, πολιτιστικούς φορείς και ανθρώπους των τεχνών. Επίσης, στο Αναγνωστήριο και στην αίθουσα της Πινακοθήκης οργανώνονται εκθέσεις βιβλίων, λευκωμάτων, ενθυμημάτων και άλλων συλλογών, που δίνουν στο κοινό τη δυνατότητα να γνωρίσει μέρος του πλούσιου και πολύτιμού υλικού της Βιβλιοθήκης «Κοραής».
Συλλογές Βιβλιοθήκης. Συνολικά το μέγεθος των συλλογών της Βιβλιοθήκης «Κοραής» εκτιμάται σε 290.000 τόμους βιβλίων, 2.500 χειρόγραφα, μεγάλο αριθμό από εφημερίδες και περιοδικά από το 1793, καθώς και πολιτιστικό υλικό ποικίλου περιεχομένου. Όπως αναφέρθηκε πρωτύτερα, οι αυτοτελείς συλλογές των Κοραή, Θεοτοκά και Αργέντη συνιστούν την ραχοκοκαλιά της Βιβλιοθήκης. Ωστόσο, στη Βιβλιοθήκη θησαυρίζονται και άλλες συλλογές ανά κατηγορία τεκμηρίων, που συγκροτήθηκαν από προσκτήσεις και άλλων δωρητών πέραν των τριών προαναφερομένων και όσων σημειώθηκαν παραπάνω.
Ειδικότερα, οι συλλογές αυτές είναι οι εξής: α) Χειρόγραφα. β) Παλαιές και σπάνιες εκδόσεις. γ) Εφημερίδες και περιοδικά. δ) Ενθυμήματα, κειμήλια, μετάλλια, νομίσματα. ε) Συλλογή κοχυλιών, συλλογή χιακών μετάλλων. στ) Ιστορικοί και τοπογραφικοί πίνακες και χάρτες.
Η πολυτιμότερη από τις συλλογές είναι αυτή των χειρογράφων, όχι αποκλειστικά για τον όγκο της (μόνο στον κατάλογο του Καββάδα καταγράφονται 1.673) όσο για τη σημαντικότητα των εγγράφων και των προσώπων που συνδέονται με αυτά. Ξεχωρίζουν τα χειρόγραφα του Κοραή⸱ πρόκειται για μεταφράσεις, σχόλια και παρατηρήσεις (γλωσσολογικές, γραμματικές, ιστορικές, μυθολογικές, γεωγραφικές) σε αρχαίους συγγραφείς και σε μεσαιωνικά κείμενα. Επίσης λεξικά, ανθολογίες, υπομνήματα, η περίφημη αυτοβιογραφία του και προσωπικές επιστολές από και προς σημαντικά πρόσωπα του καιρού του.
Στη συλλογή περιλαμβάνονται ακόμα φιλολογικά και θεατρικά έργα, καθώς και επιστολογραφία σημαντικών προσώπων της εποχής. Σώζονται επιστολές των Γ. Κορεσσίου, Ιωακείμ Φοροπούλου, Νεόφ. Βάμβα, Καλλ. Κρεατσούλη, Αλ Βλαστού, Αλ Μαυροκορδάτου, Ανδρ. Μάμουκα, Ι Ανδρεάδη, Γ. Σουρία, Κ. Κόντου, Ι Ψυχάρη, Κ. Καραθεοδωρή, Γρ. Φωτεινού και πολλών άλλων. Σημαντικά ακόμα χειρόγραφα προέρχονται από τα Πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως και Ιεροσολύμων, την Εφορεία Ορθοδόξων Σχολείων Χίου, τα ιδρύματα του νησιού, από διάφορες Συντεχνίες κ.λπ. Εξέχουσα θέση μεταξύ αυτών καταλαμβάνει ένας πολύ μεγάλος αριθμός χειρογράφων (διαθήκες, συμφωνητικά, ισολογισμοί, πωλητήρια, ενοικιαστήρια, ομόλογα, πληρεξούσια, αποδείξεις, ασφαλιστήρια κ.ά.) από την Δημογεροντία της Χίου αναφορικά με διάφορα ζητήματα του νησιού. Επίσης, στην Βιβλιοθήκη συγκαταλέγονται 100 vοταριακοί κώδικες του 17ου, 18ου και 19ου αι., που παρέχουν στοιχεία για την κοινωνική και οικονομική ιστορία του τόπου.
Πολλά και σημαντικά είναι και τα χειρόγραφα που αναφέρονται στη Βιβλιοθήκη «Κοραή». Επιστολές για τη μεταφορά των βιβλίων του Κοραή στη Χίο, άλλες για την αποστολή δωρεών βιβλίων και όλη η αλληλογραφία μεταξύ της Εφορείας Σχολείων και του Ν. Πολίτη για την ταξινόμηση της Βιβλιοθήκης, ξεχωρίζουν ανάμεσα στα έγγραφα. Τέλος, υπάρχει και μια σειρά εγγράφων του ελληνικού κράτους, τα οποία δώρισε ο Φ. Αργέντης και φέρουν μεταξύ άλλων τις υπογραφές της βασίλισσας Αμαλίας, του Ν. Βάμβα ως πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών, του Κ. Κανάρη ως γραμματέα της Επικρατείας επί των Ναυτικών και ένα έγγραφό κωδικοποιημένο της Φιλικής Εταιρείας.
Οι παλαιές και σπάνιες εκδόσεις της Βιβλιοθήκης «Κοραής» καταλαμβάνουν αναλογικά πολύ μεγάλο τμήμα της. Αυτό συμβαίνει επειδή όλα τα βιβλία των δωρεών Κοραή και Ανδρεάδη χρονολογούνται πριν τα μέσα του 19ου αιώνα. Στην καταγραφή των ιστορικών βιβλίων της Βιβλιοθήκης από τον Καββάδα εντοπίζονται 53 βιβλία μέχρι το 1600, 100 τόμους του 17ου αιώνα και 367 του 18ου. Στη συλλογή δε του Φιλίππου Αργέντη, περιέχονται 33 βιβλία του 16ου αιώνα, 122 του 17ου, 118 του 18ου και 694 του 19ου αιώνα. Σε όλα τα βιβλία αυτής της κατηγορίας αξιοθαύμαστες είναι οι βιβλιοδεσίες, ενώ τα βιβλία φέρουν σήματα διάσημων τυπογραφικών οίκων.
Οι εφημερίδες και τα περιοδικά συνιστούν μια ακόμα σπουδαία συλλογή της Βιβλιοθήκης «Κοραής», η οποία επικεντρώνεται κυρίως σε όσα έντυπα εκδίδονταν στο νησί από το 1819 όταν λειτούργησε το πρώτο τυπογραφείο, αλλά και σε όσα εκδίδονταν εκτός Χίου από Χιώτες. Μάλιστα, στην περίπτωση των εφημερίδων και των περιοδικών που έβγαιναν στο νησί, οι σειρές τους είναι σχεδόν πλήρης. Οι σειρές των εφημερίδων Παγχιακή (1908–1949) και Νέα Χίος (1909–1950) είναι δύο από τις μακροβιότερες. Στην περίπτωση των εφημερίδων που εκδίδονταν εκτός Χίου, άξια μνείας είναι η Αμάλθεια της Σμύρνης (1838–1922) και ο Νεολόγος της Κωνσταντινούπολης από το 1865⸱ περιέχουν ενδιαφέροντα στοιχεία και για την ιστορία της Χίας λόγω της εγγύτητας των δύο τόπων αλλά και τη χιακή καταγωγή των εκδοτών τους. Στη συλλογή των εντύπων περιλαμβάνονται ονομαστά χιακά περιοδικά, έστω και βραχύβιας διάρκειας, όπως το Χιακόν Ημερολόγιον, το Χιακόν Μουσείον, το Αιγαίο, το λογοτεχνικό περιοδικό Νησί, το μαθητικό η Σφιγξ, αλλά και νεότερα ιστορικά-φιλολογικά περιοδικά όπως η Αθηνά και η Νέα Εστία.
Ένας ακόμα θησαυρός της Βιβλιοθήκης είναι τα ιστορικά κειμήλια και τα προσωπικά αντικείμενα (διπλώματα, παράσημα, αναμνηστικά μετάλλια, τιμητικές διακρίσεις, αντικείμενα γραφείου, πολύτιμες μινιατούρες και άλλα μουσειακά αντικείμενα) σημαντικών χιακών μορφών (Αδαμάντιος Κοραής, Λεωνής Καλβοκορέσης, Γιάννης Ψυχάρης, Κωνσταντίνος Άμαντος, Γεώργιος Θεοτοκάς, οικογένεια Αργέντη κ.ά.). Τα αντικείμενα βρίσκονται εκτεθειμένα σε όλες τις αίθουσες της Βιβλιοθήκης και προσδίδουν έναν μουσειακό χαρακτήρα στο χώρο. Στο αναγνωστήριο βρίσκεται αναρτημένη η πρώτη ελληνική σημαία που υψώθηκε στο Διοικητήριο την ημέρα (11.11.1912) της απελευθέρωσης από τους Τούρκους. Επίσης, διασώζεται και μικρό κομμάτι από τη σημαία του 23ου Συντάγματος της Χίου στον πόλεμο του 1940. Υπάρχουν ακόμα το πορσελάνινο κηροπήγιο που χάρισαν στον Κοραή φίλοι του, το μελανοδοχείο του Γ. Θεοτοκά, το ρολόι του Γιάννη Ψυχάρη, ο ασημένιος ρώσικος σταυρός 17ου αιώνα του θεολόγου και ιατρού Ευστρατίου Αργέντη, ένα Ευαγγέλιο με στάχωση από ελαφαντόδοντο, μινιατούρες της οικογένειας Αργέντη, νομίσματα δόγηδων της Βενετίας κ.ά.
Στη Βιβλιοθήκη φυλάσσονται επίσης διάφορες μικρότερες συλλογές αντικειμένων. Η νομισματική συλλογή, βάση της οποίας είναι η συλλογή του Σπύρου Αργυρόπουλου, αποτελείται από 188 νομίσματα, αρχαία, βυζαντινά και νεότερα, ένα μολυβδόβουλο του 8ου μ.Χ. και έξι μετάλλια. Στον προθάλαμο της Βιβλιοθήκης βρίσκεται η συλλογή κοχυλιών, που δώρισε το 1901 o Ιωάννης Κουιντάνας, διευθυντής του Αγγλικού Τηλεγραφείου στη Χίο. Επίσης, σε δύο προθήκες στο Αναγνωστήριο εκτίθεται η συλλογή χιακών μετάλλων –κυρίως από το βόρειο μέρος του νησιού– την οποία κατήρτισε ο Γεώργιος Καλουτάς στις αρχές του 20ου αιώνα. Τέλος, η Βιβλιοθήκη κατέχει μια σπάνια συλλογή αποξηραμένων φυτών της Χίου, που δημιούργησε ο Φ. Αργέντης κατά τα έτη 1939–1940 και ακολούθως χάρισε στο ίδρυμα.
Οι ιστορικοί και τοπογραφικοί πίνακες και χάρτες της Χίου είναι τοποθετημένοι κατά θέμα στην είσοδο της Βιβλιοθήκης, στο χώρο της σκάλας και σε όλους τους επισκέψιμους χώρους. Οι παλαιότεροι χάρτες είναι χειρόγραφοι και ελαιογραφίες, κυρίως ξένων περιηγητών, που απεικονίζουν την πόλη, το φρούριο και τον Κάμπο από τον 14ο έως τον 20ο αιώνα. Ξεχωρίζουν τα εννέα από τα δώδεκα φύλλα της Μεγάλης Χάρτας της Ελλάδας του Ρήγα και η Νέα Χάρτα της Βλαχίας που εξέδωσε ο ίδιος το 1797 στη Βιέννη. Οι πίνακες είναι χαλκογραφίες, υδατογραφίες και ελαιογραφίες με καλαίσθητες ομοιόμορφες κορνίζες και πολλοί από αυτούς είναι έργα επιφανών ζωγράφων. Αποτελούν δωρεές πολλών Χίων και κυρίως του Φ. Αργέντη. Ανάμεσα στους πίνακες διακρίνονται αυτοί με τα γεγονότα της σφαγής του 1822 από τους Τούρκους και την απεικόνιση του νησιού μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1881. Τέλος, πέραν της Πινακοθήκης που στεγάζεται στον δεύτερο όροφο, στους τοίχους της Βιβλιοθήκης βρίσκονται αναρτημένα πορτραίτα σημαντικών χιακών πνευματικών προσωπικοτήτων, ηρώων και ευεργετών-δωρητών, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη συνεισφορά τους στο νησί και τη Βιβλιοθήκη. Στο χώρο υπάρχουν και προτομές των τριών μεγάλων δωρητών (Κοραή, Θεοτοκά και Αργέντη) και αγάλματα της σφίγγας –του συμβόλου της Βιβλιοθήκης. Στον προαύλιο χώρο στέκει επιβλητικά ανδριάντας του Αδ. Κοραή, τον οποίο φιλοτέχνησε το 1939 ο γλύπτης και ακαδημαϊκός Ι. Παππάς.
Οργάνωση – Διοίκηση Βιβλιοθήκης. Η Βιβλιοθήκη «Κοραής», σύμφωνα με τον πιο πρόσφατο οργανισμό λειτουργίας της (Ν. 3149/2003), φέρει την επίσημη ονομασία «Δημόσια Κεντρική Ιστορική Βιβλιοθήκη Χίου “Κοραής”», αποτελεί ΝΠΔΔ και υπάγεται στο υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων. Διοικείται από Εφορευτικό Συμβούλιο που συγκροτείται από τον/ην πρόεδρο, τον/ην αντιπροέδρο και οκτώ μέλη. Το προσωπικό της Βιβλιοθήκης, συμπεριλαμβανομένης της θέση του διευθυντή, αποτελείται από έξι άτομα.
Το κτίριο της Βιβλιοθήκης βρίσκεται στην οδό Κοραή 2. Εκεί μπορεί να αποταθούν οι επισκέπτες της για να αναζητήσουν βιβλία της συλλογής της ή και να τα δανειστούν εάν είναι εγγεγραμμένα μέλη της. Ο κατάλογος της συλλογής είναι ηλεκτρονικός (OPAC) και οι αναγνώστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτόν και μέσω της ιστοσελίδας της Βιβλιοθήκης. Για τα βιβλία που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η αναδρομική καταλογογράφηση ο ερευνητής μπορεί να έχει πρόσβαση μέσω του δελτιοκαταλόγου.
Όσον αφορά την οργάνωση της Βιβλιοθήκης, η ταξινόμηση του υλικού γίνεται σύμφωνα με το διεθνές δεκαδικό σύστημα ταξινόμησης DEWEY, ενώ η καταχώρηση του υλικού στον ηλεκτρονικό κατάλογο γίνεται με το σύστημα αυτοματισμού βιβλιοθηκών ΑΒΕΚΤ 5.6. Τέλος, είναι σε εξέλιξη η ψηφιακή καταχώρηση υλικού των συλλογών της. Μέχρι τώρα έχει πραγματοποιηθεί ψηφιοποίηση μεγάλου μέρους εφημερίδων αλλά και αρκετών βιβλίων της περιόδου 16ος–19ος αιώνας.
Κατάλογοι Βιβλιοθήκης
Καββάδας, Σ., Η εν Χίω Βιβλιοθήκη Κοραή (Ιστορία, Κατάλογος Χειρογράφων), Αθήνα 1933.
Καββάδας, Σ., Οι κώδικες της Χίου, τχ. Α΄, Χίος 1950.
Καββάδας, Σ., Κατάλογος των εν τη Βιβλιοθήκη Χίου «Αδαμάντιος Κοραής» Ιστορικών Βιβλίων μέχρι του 1973, Αθήνα 1975.
Καλαμπόκης, Α., «Ευρετήριο Καταλόγου χειρογράφων Βιβλιοθήκης Κοραή (Χίος)», Χιακά Χρονικά, Θ΄ (1977), σ. 59–90.
Κατάλογος Μουσείου Φίλιππου Αργέντη. Πινακοθήκη και Λαογραφική Σχολή, Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής», χ.χ.
Ομηρικές εκδόσεις στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Χίου 1539–1955, επιμ. Αγαμ. Τσελίκας, Χίος, Νομαρχία Χίου, Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Χίου «Ο Κοραής», 1988.
Πολίτης, Ν.Γ., Κατάλογος της Βιβλιοθήκης των εν Χίω σχολείων, Α΄, Αθήνα 1872.
Εκδόσεις Βιβλιοθήκης
Αριστέως, Φ., Ταξίδια εις Χίον, Χίος, Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής», 2002.
Γεμέλου, Δέσποινα, Αναγνωστικά κι Αλφαβητάρια, Χίος, Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής», 2009.
Επικήδειοι λόγοι εις Αδαμάντιον Κοραή, εισαγωγή και επιμέλεια: Στέργιος Φασουλάκης, Χίος, Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής», 1993.
Ζαχαρού-Λουτράρη, Αθηνά Κ., 200 χρόνια από το θάνατο του Ρήγα και των συντρόφων του. Μνήμη των Χίων Εθνομαρτύρων Ευστρατίου Αργέντη και Αντωνίου Κορωνιού, Χίος, Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής», 1998.
Κρουσουλούδης, Ν.Σ., Ο Βίος και το έργον του Εθνομάρτυρος Μητροπολίτου Χίου Πλάτωνος Φραγκιάδου (1776–1822), Θεσσαλονίκη, Σχολικό Ταμείο Δήμου Χίου, 1981.
Μηνιώτης, Μ.Γ., Τα Μικρασιατικά, Χίος, Εφορεία Σχολείων Δήμου Χίου, 1987.
Μονιούδη-Γαβαλά, Δώρα, Το Πνευματικό Κέντρο της Χίου (πολεοδομική & Αρχιτεκτονική Επισκόπηση), Χίος, Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής», 1996.
Perilla, F., Χίος το ευτυχισμένο νησί, Χίος, Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής», 2009.
Στρουμπάκης, Μ., Χειρόγραφα της Ψαλτικής Τέχνης. Χίος: Α΄ Αναλυτικός περιγραφικός κατάλογος των χειρογράφων της ψαλτικής τέχνης της Δημόσιας Κεντρικής Ιστορικής Βιβλιοθήκης Χίου «Κοραής», Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Χίου «Κοράης», Χίος 2020.
Φασουλάκης, Σ., Η άλλη ζωγραφική. Τα βιβλία του Νίκου Γιαλούρη, Χίος, Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής», 1997.
Φασουλάκης, Σ., Εισαγωγή στις Χιακές Σπουδές. Βιβλιογραφικός Οδηγός, Χίος, Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής», 1992 και 1999.
Βιβλιογραφία για τη Βιβλιοθήκη
Ζαχαρού-Λουτράρη, Αθηνά Κ., Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής». Η ιστορία και οι θησαυροί της, Αθήνα, Σύλλογος φίλων της Βιβλιοθήκης Χίου «Κοραής», Εκδόσεις «άλφα πι», 2008.
«Η Βιβλιοθήκη Χίου και οι ανάγκες της», Χιακή Επιθεώρησις, 27 (1971).
Καββάδας, Σ., «Νέα χειρόγραφα του Κοραή εις την Βιβλιοθήκην της Χίου», Χιακή Επιθεώρησις, 21 (Νοέμβριος 1969), σ. 205–207.
Κουκουρίδης, Κ., Ο Κοραής και η Χίος, Αθήνα, Εκδόσεις Νέστορας, 1993, σ. 71–81.
Μονιούδη-Γαβαλά, Δώρα, Πόλη Χίου (1830–1940), Αθήνα 2004.
Σαρρής, Α., «Η βιβλιοθήκη του Γ. Θεοτοκά», Φιλολογική Χίος, 2 (1993), σ. 181–189.
Σαρρής, Α., Χιακή Συλλογή Βιβλίων Φιλίππου Π. Αργέντη, Χίος 2000.
Τσελίκας, Α., Τα βυζαντινά και μεταβυζαντινά χειρόγραφα της βιβλιοθήκης της Χίου «Ο Κοραής», Χίος, Δημόσια και Κεντρική Βιβλιοθήκη Χίου Κοραής, 1984.
Τσελίκας, Α., «Χιώτικα χειρόγραφα από τον 14ο στον 16ο αιώνα», Αιγαίο: Χώρος πολιτισμού από τον Όμηρο στον Κολόμβο: Πρακτικά Δ΄ διεθνούς συνεδρίου Χίου για την ιστορία και τον πολιτισμό του νησιού στα πλαίσια του προγράμματος Columbus ’92, σ. 107–109.
Φασουλάκης, Σ., Βιογραφικά σημειώματα για τους κυριωτέρους ευεργέτες της Βιβλιοθήκης Κοραή, Αθήνα 1978.
Φασουλάκης, Σ., «Συμβολές στην ιστορία της Βιβλιοθήκης Κοραή», Χιακά Χρονικά, 13 (1981), σ. 76–80.
Φασουλάκης, Σ., «Το ιστορικό έργο του Φίλιππου Π. Αργέντη», Από τον Γ. Ζολώτα στον Σ. Βίο: δέκα έξι επιστολές των Κ. Κοντού, Γ. Χατζιδάκη, Ν. Πολίτη, Σ. Κυριακίδη, A. Heisenberg και H. Pernot και πέντε έγγραφα του Χ. Σαρικάκη. Αργέντης, Καββαδάς, Παϊδούσης, Αθήνα, Χιόνη, 1985, σ. 33–42.
Φασουλάκης, Σ., «Ο Στέφανος Καββάδας και οι κώδικες της Χίου», Από τον Γ. Ζολώτα στον Σ. Βίο: δέκα έξι επιστολές των Κ. Κοντού, Γ. Χατζιδάκη, Ν. Πολίτη, Σ. Κυριακίδη, A. Heisenberg και H. Pernot και πέντε έγγραφα του Χ. Σαρικάκη. Αργέντης, Καββαδάς, Παϊδούσης, Αθήνα, Χιόνη, 1985, σ. 42–45.
Φασουλάκης, Σ., «Μια ασυμπλήρωτη βιβλιοθηκονομική προσπάθεια του Ν. Γ. Πολίτη», Η Μελέτη, τομ. 8, Αθήνα 2012, σ. 115–138.
Φασουλάκης, Σ. / Γ., Χριστοδούλου, «Γύρω από την ιστορία της βιβλιοθήκης Κοραή: Αθησαύριστα κείμενα», Χιακά Χρονικά, ΙΔ΄ (1982), σ. 71–102 (ανάτυπο).