Η βασίλισσα Κλεοπάτρα Ζ΄ της Αιγύπτου (69–30 π.Χ.), κόρη του Πτολεμαίου ΙΒ΄ Αυλητή, υπήρξε η τελευταία της δυναστείας των Πτολεμαίων στο τέλος της ελληνιστικής εποχής και στις απαρχές της ενσωμάτωσης της Αιγύπτου στη Ρώμη. Ο γιος της Πτολεμαίος ΙΕ΄ Καισαρίων βασίλεψε μόνο κατ’ όνομα και εκτελέστηκε με διαταγή του Οκταβιανού. Να επισημάνουμε εδώ ότι οι Πτολεμαίοι ήταν μια οικογένεια μακεδονικής καταγωγής που κυβέρνησε την Αίγυπτο μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η ιδιαίτερα ευφυής αυτή γυναίκα είχε σαγηνεύσει τον Ιούλιο Καίσαρα και τον Μάρκο Αντώνιο και βρέθηκε στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής της Ρώμης, ιδίως μετά τη δολοφονία του πρώτου.
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η Κλεοπάτρα ήταν η μόνη από τη δυναστεία των Πτολεμαίων που γνώριζε να χειρίζεται την αιγυπτιακή γλώσσα και γραφή —λέγεται ότι μιλούσε δέκα γλώσσες—, άλλωστε ο ίδιος ο Έλληνας φιλόσοφος και βιογράφος από τη Χαιρώνεια αναφέρεται με κολακευτικά λόγια στο πνεύμα της και τα ποικίλα γνωστικά της ενδιαφέροντα. Γύρω από τον Μάρκο Αντώνιο και την Κλεοπάτρα είχε διαμορφωθεί ένας κύκλος νέων επιστημόνων που θεράπευαν την τέχνη του Ιπποκράτη. Μεταξύ αυτών ο Διοσκουρίδης ο Φακάς —προσωπικός γιατρός της βασίλισσας—, ο Φιλώτας από την Άμφισσα και άλλοι γιατροί, που είχαν λόγο και σε ζητήματα διοίκησης δίπλα στη βασίλισσα. Ενδεικτικά ας αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με σπαράγματα παπύρων του 1ου αιώνα π.Χ., ένας αξιωματούχος ονόματι Αθηναγόρας έφερε τον τίτλο αρχίατρος και η εξουσία του επεκτεινόταν και στους Αιγύπτιους ιερείς που ασκούσαν την ιατρική τέχνη. Παράλληλα, ένας Χρύσερμος, δάσκαλος του Ηρακλείδη από τις Ερυθρές, αναφέρεται ως ἐπὶ τῶν ἰατρῶν και δεν αποκλείεται να εκτελούσε καθήκοντα παρόμοια με αυτά του αρχίατρου.
Οι προσωπικές σχέσεις της Κλεοπάτρας με τον Διοσκουρίδη καλλιεργήθηκαν λόγω των κοινών ενδιαφερόντων τους για τη φαρμακολογία και ιδιαίτερα την αρωματοποιία (πρβλ. Κλαύδιος Γαληνός, ἐκ τῶν Κλεοπάτρας κοσμητικῶν περὶ σταθμῶν καὶ μέτρων), τα ενδιαφέροντα όμως της τελευταίας των Πτολεμαίων εκτείνονταν και σε επιμέρους τέχνες της κοσμητολογίας (ἡ κομμωτικὴ Κλεοπάτρας τέχνη).
Τέλος, ας σημειωθεί ότι η Κλεοπάτρα συμμετείχε στη λατρεία του Διονύσου, που είχε εισαχθεί στα χρόνια του Πτολεμαίου Φιλοπάτορα και επανεμφανίστηκε κατά τη βασιλεία του Πτολεμαίου Αυλητή, του πατέρα της. Η λατρεία του Διονύσου (και μάλιστα «του Νέου Διονύσου») περιλάμβανε μυστηριακές τελετές, τα λεγόμενα όργια, όπου συμμετείχαν ιέρειες που χόρευαν εκστατικά και παθιασμένα κρατώντας στα χέρια τους σπαθιά και φίδια. Για τελευταία φορά ταυτίζονται στην ελληνοαιγυπτιακή θρησκεία μέλη της πτολεμαϊκής δυναστείας με θεότητες στην περίπτωση του Πτολεμαίου Αυλητή και της κόρης του Κλεοπάτρας: ο Πτολεμαίος ανακηρύχθηκε «νέος Διόνυσος» και η Κλεοπάτρα «νέα Ίσις». Η χρήση του επιθέτου «νέος» υπονοεί μετενσάρκωση της θεότητας, κρίνοντας από τον επίσημο τίτλο που έλαβε ο Πτολεμαίος έκτοτε: «Βασιλεύς Νέος Διόνυσος Πτολεμαίος».
Αναφορικά με τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, το όνομά της συνδέεται με δύο γεγονότα: την υποτιθέμενη πυρπόληση τμήματος της Βιβλιοθήκης κατά την πολιορκία από τον στρατηγό του Καίσαρα Αχιλλά (47 π.Χ.) και την απόκτηση 200.000 τόμων από τη Βιβλιοθήκη της Περγάμου, τους οποίους φέρεται να της δώρισε ο Μάρκος Αντώνιος.
Κ.Σπ. Στάικος, Το Μουσείο και η Βιβλιοθήκη των Πτολεμαίων στην Αλεξάνδρεια, Αθήνα, Άτων, 2020, 313–316.