Οι Κατάλογοι των χειρογράφων των Μετεώρων, που συντάχθηκαν με βάση τα κατάλοιπα των καταγραφών του Νικολάου Ε. Βέη, μας επιτρέπουν να μιλήσουμε για την εικόνα του χειρόγραφου πλούτου που θησαυρίζεται στις μετεωρίτικες βιβλιοθήκες σήμερα. Οι μοναστηριακές βιβλιοθήκες δεν αντιπροσωπεύουν μουσειακές συλλογές αλλά συστήνονται και οργανώνονται κυρίως υπό το πρίσμα της εξυπηρέτησης των αναγκών της Θείας Λειτουργίας και της πνευματικής άσκησης των μοναχών. Περιέχουν δηλαδή λειτουργικά βιβλία, όπως Ευαγγέλια και Μηναία, κείμενα και ερμηνείες της Γραφής, συγγράμματα εκκλησιαστικών και νηπτικών πατέρων, δογματικά, κατηχητικά, αντιρρητικά, ερμηνευτικά, μουσικά και πολλά άλλα. Διερχόμενοι τους Καταλόγους των βιβλιοθηκών θα παρατηρήσουμε ότι δεν είναι πολλά τα άγνωστα και ανέκδοτα κείμενα και κανένα σύγγραμμα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως μοναδικό εύρημα. Υπάρχουν βέβαια ανέκδοτα έργα εκκλησιαστικών πατέρων, όπως και άλλα με ποικίλο περιεχόμενο, χωρίς ωστόσο ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Θησαυρίζονται δεκάδες κώδικες με κοσμικό περιεχόμενο, ομηρικά κείμενα σε κώδικες του 13ου αιώνα, έργα του Ησιόδου και τραγωδίες του Σοφοκλέους, όπως και λόγοι του Δημοσθένους, αλλά και άλλων ρητόρων και σοφιστών. Η Ποιητική και τα αρχαία σχόλια στο Περί ψυχής του Αριστοτέλους θησαυρίζονται στη βιβλιοθήκη του Μεγάλου Μετεώρου, σε δύο κώδικες του 15ου και 13ου αιώνα αντίστοιχα. Πολλά χειρόγραφα εμπεριέχουν συγγράμματα Αλεξανδρινών φιλολόγων, με λεξικογραφικό, γραμματικό, μετρικό και ρητορικό περιεχόμενο.
Η πιο εμπεριστατωμένη περιγραφή και εκτίμηση των μετεωρίτικων βιβλιοθηκών οφείλεται στον R. Curzon, που επισκέφθηκε το 1834 όλες τις βιβλιακές συλλογές αναζητώντας χειρόγραφα με πλούσιες μικρογραφικές και άλλες διακοσμήσεις, αλλά και παλαίτυπα. Τον ενδιέφεραν επίσης συγγράμματα αρχαίων Ελλήνων κλασικών, όπως μας πληροφορεί ο ίδιος. Στη βιβλιοθήκη της Μονής Βαρλαάμ εντόπισε περίπου 1.000 τόμους, από τους οποίους οι περισσότεροι είναι έντυποι με εκκλησιαστικό κυρίως περιεχόμενο, όπως και ορισμένα αρχέτυπα και μάλιστα αλδινές εκδόσεις. Τα χειρόγραφα υπολόγιζε, χωρίς να τα μετρήσει, ότι ανέρχονταν σε 100 έως 200 με έργα των Πατέρων της Εκκλησίας. Επισκεπτόμενος τη Μονή του Αγίου Στεφάνου ο Curzon εντυπωσιάστηκε από τη μυστική κρύπτη όπου φυλάσσονταν τα βιβλία, απογοητεύθηκε όμως από το περιεχόμενο και την ποιότητά τους. Τίποτε το ενδιαφέρον δεν του κέντρισε την προσοχή και στη βιβλιοθήκη της Μονής Μεταμορφώσεως, περιγράφοντας κατ’ αρχάς τη μυστική κρύπτη όπου φυλάσσονταν τα χειρόγραφα και τα έντυπα. Από μία πρόχειρη εκτίμηση υπολόγισε ότι τα χειρόγραφα αριθμούσαν μερικές εκατοντάδες, ενώ τα έντυπα ανέρχονταν σε περίπου 2.000. Στη συνέχεια αφηγείται ότι σε μία κασέλα πάνω στην κρύπτη βρήκε δέκα ή δώδεκα περγαμηνά Ευαγγέλια του 11ου ή 12ου αιώνα. Δύο από αυτά, ένα μεγάλου σχήματος και ένα αργυρόδετο μικρού σχήματος, προσπάθησε να τα αγοράσει από τους μοναχούς, αλλά, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, η συμφωνία ακυρώθηκε λόγω της διαφωνίας του ηγουμένου με τους μοναχούς.
Κ.Σπ. Στάικος, Βιβλιοθήκη: Από την Αρχαιότητα έως την Αναγέννηση, Αθήνα, Κωνσταντίνος Σπ. Στάικος, 1996, σ. 377–378.