Το Άγιο Όρος, με τις πολυάριθμες βιβλιοθήκες του στις κυρίαρχες και τις μικρότερες μονές, στις σκήτες και τις προσωπικές συλλογές ακόμη και των αναχωρητών, θα το χαρακτηρίζαμε χωρίς καμία δόση υπερβολής ως το μεγαλύτερο κέντρο του βιβλίου της χριστιανοσύνης που συγκροτήθηκε ποτέ: μια χριστιανική εστία του βιβλίου.
Στον τρίτο και ανατολικότερο βραχίονα της Χερσονήσου της Χαλκιδικής, τον Άθω, υπήρχε, από τον 9ο αιώνα τουλάχιστον, μοναστική κοινότητα και από τα μέσα του 10ου αιώνα άρχισαν να ιδρύονται μεγάλες κοινοβιακές μονές. Ο μοναχός στο Άγιο Όρος, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο μοναστηριακό κέντρο της Δύσης και της Ανατολής, ένιωθε πως ζούσε σε έναν «οχυρωμένο παράδεισο», κάτι που υπαγορευόταν όχι μόνο από τα απόρθητα κτίσματα των μονών, αλλά και από την ίδια τη φύση της Χερσονήσου. Εδώ ο χρόνος έχανε την υπόστασή του και ο μοναχός χώριζε το εικοσιτετράωρο σε τρία οκτάωρα, από τα οποία αφιέρωνε το πρώτο στην προσευχή, το δεύτερο στην εργασία και στα διακονήματα και το τρίτο στη μελέτη, στην εκτέλεση του κανόνα και στην ανάπαυση. Η πολιτεία αυτή, με τα είκοσι κυρίαρχα μοναστήρια, τις σκήτες, τα εξαρτηματικά κελιά, τις καλύβες, τα καθίσματα αλλά και τα ησυχαστήρια, αντιπροσωπεύει μια μοναδική μοναχική κοινότητα, το χρονικό της οποίας από τους βυζαντινούς χρόνους έως τις μέρες μας δεν διακόπηκε ποτέ.
Ο πλούτος των χειρογράφων του Αγίου Όρους. Τι αντιπροσωπεύουν σήμερα οι αγιορείτικες βιβλιοθήκες σε χειρόγραφα και σε έντυπα, αλλά και ποια είναι η εικόνα του αρχειακού τους υλικού; Τα χειρόγραφα που διασώζονται στις βιβλιοθήκες αυτές ανέρχονται σε 16.000 περίπου, δηλαδή σχεδόν το 1/4 του συνόλου των ελληνικών χειρογράφων που βρίσκονται διασκορπισμένα σε βιβλιοθήκες κυρίως της Ευρώπης αλλά και της Αμερικής, και όχι μόνο. Μεγάλος είναι και ο πλούτος του έντυπου υλικού, που χρονολογείται από την εποχή της αρχετυπίας, το κύριο σώμα του οποίου αντιπροσωπεύουν εκκλησιαστικά και λειτουργικά βιβλία. Η καταλογογράφηση των εντύπων που βρίσκονται στις διάφορες μονές, στις βιβλιοθήκες τους, στα σκευοφυλάκια, στα τυπικαριά, ακόμη και σε κελιά, όπως και πολλά άτακτα, με χρονικό ορίζοντα ως το 1863, φανερώνει πως το υλικό αυτό συγκροτεί περισσότερους από 25.000 τίτλους. Απροσδιόριστος είναι ο αριθμός των βιβλίων από το 1863 και μετά, όπως και η κατανομή τους ανά μοναστηριακή βιβλιοθήκη. Τέλος, ιδιαίτερα σημαντικό είναι το αρχείο της κάθε μονής, όπου φυλάσσονταν, εκτός από τα κτητορικά, προνομιακά, αυτοκρατορικά και πατριαρχικά χρυσόβουλλα και μολυβδόβουλλα, και πλήθος εγγράφων σχετικών με τη διοίκηση και την οργάνωση της μονής, αντίγραφα συνοδικών πράξεων, καθώς και η επίσημη αλληλογραφία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το είδος του βιβλιακού και αρχειακού υλικού που θησαυρίζουν οι μοναστηριακές βιβλιοθήκες, όπως και ο τρόπος συγκρότησής του, δεν διαφέρει ουσιαστικά από μονή σε μονή, παρά μόνο σε σχέση με τον πλούτο και το μέγεθος, όπως άλλωστε επισημάναμε σχετικά με τις μονές του Στουδίου, της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά και της Λαύρας του Αγίου Σάββα. Έτσι εδώ θα προσεγγίσουμε τις βιβλιοθήκες των είκοσι κυρίαρχων μονών του Αγίου Όρους, με σκοπό να δώσουμε μια συνοπτική εικόνα του πλούτου και του χαρακτήρα τους από την ίδρυσή τους έως σήμερα, αφού προηγουμένως καταθέσουμε ορισμένα ιστορικά στοιχεία που επέδρασαν καταλυτικά στη διατήρηση των συλλογών αυτών in situ.
Κ.Σπ. Στάικος, Η Ιστορία της Βιβλιοθήκης στον Δυτικό Πολιτισμό, τόμ. ΙΙΙ, Αθήνα, Κότινος, 2007, σ. 241–246.