Ιστορική αναδρομή – Βιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1838, ένα χρόνο μετά την ίδρυση του Πανεπιστημίου Αθηνών, ξεκίνησε να λειτουργεί και η Βιβλιοθήκη του, συγκεντρώνοντας βιβλία από δωρεές Ελλήνων λογίων, φιλελλήνων του εξωτερικού και από τα πανεπιστήμια της Ευρώπης. Τρία χρόνια αργότερα, το 1841, η Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη έφτασε να αριθμεί περίπου 20.000 τόμους, με συνέπεια την επιτακτική ανάγκη να μεταφερθεί από το σπίτι του αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη στην Πλάκα, όπου έδρευε το Πανεπιστήμιο, σε μεγαλύτερο χώρο.
Η λύση που δόθηκε από την πολιτεία ήταν η συνένωση και συστέγαση της Πανεπιστημιακής Βιβλιοθήκης με την Εθνική – τότε ονομαζόταν «Δημόσια» –, η οποία επίσης αντιμετώπιζε στεγαστικό πρόβλημα, καθώς ο ναός του Αγίου Ελευθερίου κοντά στη Μητρόπολη που τη φιλοξενούσε δεν επαρκούσε για να αποθηκεύσει τα 15.000 και πλέον βιβλία της (για περισσότερα βλ. Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος). Το νέο κτίριο του Πανεπιστημίου Αθηνών στα σημερινά Προπύλαια ήταν ο χώρος στον οποίο αποφασίστηκε το 1842 να συστεγαστούν οι δύο Βιβλιοθήκες, στον πρώτο όροφο της νοτιοδυτικής πλευράς του κεντρικού κτιρίου, ενώ το 1866 ενώθηκαν με νόμο και διοικητικά.
Ωστόσο, όπως αποδείχτηκε στην πράξη, η συνένωση των Βιβλιοθηκών ήταν μια λύση ανάγκης που αλλοίωνε τη φυσιογνωμία και των δύο, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ανταποκριθούν στους σκοπούς της λειτουργίας τους. Τα αίτια αυτής της προβληματικής σχέσης, που εν τέλει δεν άλλαξε ποτέ, εδράζονταν αφενός στην πρόθεση της πολιτείας να δημιουργήσει μια μεγάλη Ελληνική Βιβλιοθήκη, εναρμονισμένη με το πνεύμα της Μεγάλης Ιδέας και της Ελλάδας που θα φώτιζε την Ανατολή, και αφετέρου στη συναίνεση των πρυτανικών αρχών σ’ αυτή την κίνηση, παρότι διέβλεψαν από νωρίς τους κινδύνους που εγκυμονούσε η κατάληψη δικών του χώρων με βιβλία ελάχιστα χρήσιμα για το Πανεπιστήμιο. Έτσι έμοιαζε συνειδητή η απόφαση της Διοίκησης του Πανεπιστημίου να μη διεκδικήσει τα βιβλία που έφεραν τη σφραγίδα του όταν η ενιαία Βιβλιοθήκη μεταφέρθηκε στο Βαλλιάνειο Μέγαρο το 1903.
Επακόλουθο αυτής της αταίριαστης συνύπαρξης ήταν η Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη, λόγω και της μειωμένης κρατικής χρηματοδότησης, να μην μπορεί να προμηθεύεται τακτικά και σταθερά τα βιβλία που θα εξυπηρετούσαν τις ανάγκες των επιστημονικών θεματικών της και της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η ζήτηση πανεπιστημιακών συγγραμμάτων από τους φοιτητές ικανοποιήθηκε με τις έντυπες και λιθογραφημένες επανεκδόσεις, καθώς και τη χειρόγραφη εκδοχή τους. Όσο για τις ανάγκες του ερευνητικού έργου των καθηγητών και τη συγγραφή μελετών, άρθρων και ανακοινώσεων καλύπτονταν έως το 1862 από την ενιαία Βιβλιοθήκη. Από το 1863 είχαν στη διάθεσή τους την ιδιαίτερη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου, η οποία στεγαζόταν σε ξεχωριστό χώρο στο κτίριο και είχε ως πυρήνα τα βιβλία του Γερμανού φιλέλληνα και ουμανιστή φιλολόγου Ειρηναίου Θείρσιου (1784–1860), αλλά και επιλεγμένα σύγχρονα επιστημονικά βιβλία που είχαν αγοραστεί καθ’ υπόδειξη των νεότερων πανεπιστημιακών καθηγητών και υφηγητών για την ανάπτυξη της έρευνας. Προς το τέλος του 19ου αιώνα τα φροντιστήρια, τα εργαστήρια και άλλοι εξειδικευμένοι χώροι του Πανεπιστημίου, που έλαβαν τη γενική ονομασία «παραρτήματα» ή «προσαρτήματα», απέκτησαν τις δικές τους εξειδικευμένες βιβλιοθήκες και τα βιβλία της ιδιαίτερης Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου μοιράστηκαν σε αυτές.
Η Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και τα «προσαρτήματά» της. Η Φιλοσοφική Σχολή συγκροτούσε μαζί με τη Θεολογική, τη Νομική και την Ιατρική τον αρχικό πυρήνα των σχολών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στο ιδρυτικό διάταγμα του 1836 αναφερόταν ως «Σχολή γενικών επιστημών», αλλά στο διορθωτικό διάταγμα του 1837 έλαβε την ονομασία «Φιλοσοφική Σχολή». Αρχικά, στα αντικείμενά της συμπεριλαμβάνονταν η Φυσική, η Χημεία, η Μαθηματική, η Φυσική Ιστορία και η Βοτανική. Όμως η ασυμβατότητα μεταξύ θετικών και θεωρητικών επιστημών ήταν έκδηλη⸱ εξάλλου το ζήτημα του διαχωρισμού της Φιλοσοφικής Σχολής σε Τμήματα ή της συγκρότησης ανεξάρτητης Φυσικομαθηματικής Σχολής αποτυπώθηκε και στον προσωρινό κανονισμό, που δημοσιεύτηκε στο σχετικό με την ίδρυσή της ΦΕΚ. Η απόφαση να χωριστεί η Σχολή λήφθηκε τελικά το 1904, οπότε ιδρύθηκε η Φυσικομαθηματική Σχολή, η οποία μετεξελίχθηκε στη Σχολή Θετικών Επιστημών.
Το Φιλολογικό Φροντιστήριο, το οποίο ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 1842 με Βασιλικό Διάταγμα (ΒΔ), ήταν το πρώτο φροντιστήριο που λειτούργησε ως «παράρτημα» του Πανεπιστημίου, με διευθυντή τον μετέπειτα πρύτανη Κωνσταντίνο Ασώπιο (1785–1872). Σκοπός του Φιλολογικού Φροντιστηρίου ήταν η εξάσκηση όσων φοιτητών επιθυμούσαν να εργαστούν ως δάσκαλοι στη Μέση Εκπαίδευση, στην αρχαία και τη λατινική γλώσσα και στην κριτική μελέτη και ανάλυση των κλασικών συγγραφέων και ποιητών. Τον Οκτώβριο του 1868, με νέο ΒΔ, το Φιλολογικό Φροντιστήριο θεωρήθηκε «προσάρτημα» της Φιλοσοφικής Σχολής, ενώ από το 1888 και μετά άρχισαν να δημιουργούνται και άλλα φροντιστήρια που υπάγονταν στη Φιλοσοφική Σχολή: το Αρχαιολογικό, το Φιλοσοφικό και το Ιστορικό (1888), το Γλωσσολογικό (1892), το Παιδαγωγικό (1899) και των Ξένων Γλωσσών (1911). Επιπλέον, λειτουργούσε και το Λατινικό Φροντιστήριο, το οποίο όμως δεν διέθετε κανονισμό.
Με την ψήφιση του νέου κανονισμού του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1922 (Ν. 2905, ΦΕΚ 127, Α΄, 27.7.1922), τα φροντιστήρια μετονομάστηκαν σε σπουδαστήρια, διατηρώντας όμως την προηγούμενη επιστημονική και διοικητική δομή τους. Το 1932, στον νέο κανονισμό του Εθνικού και Καποδιστριακού – όπως ονομαζόταν πλέον – Πανεπιστημίου (Ν. 5343, ΦΕΚ 86, Α΄, 23.3.1932), διαχωρίστηκε το Ιστορικό από το Αρχαιολογικό Σπουδαστήριο και ιδρύθηκαν δύο επιπλέον, το Σπουδαστήριο Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας και το Σπουδαστήριο Γλωσσολογίας.
Σε γενικές γραμμές κάθε σπουδαστήριο διέθετε εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας, υπό την έγκριση της οικείας Σχολής – εν προκειμένω της Φιλοσοφικής –, και τη διεύθυνσή τους αναλάμβαναν οι αντίστοιχοι καθηγητές κάθε έδρας. Την ίδια χρονική περίοδο εμπλουτίστηκαν και διευρύνθηκαν οι βιβλιοθήκες τους, οι οποίες είχαν αρχίσει να συγκροτούνται από την πρώτη μέρα λειτουργίας τους, όταν ακόμα ονομάζονταν φροντιστήρια. Αναφορικά με τη λειτουργία και τον εμπλουτισμό των βιβλιοθηκών προβλεπόταν ειδική πίστωση στον τακτικό ετήσιο προϋπολογισμό του Πανεπιστημίου. Παρ’ όλα αυτά, μεγάλο μέρος των προσκτήσεών τους προερχόταν από δωρεές καθηγητών, συγγραφέων, ξένων πανεπιστημίων, φιλελλήνων κ.ά.
Παράλληλα με τα σπουδαστήρια, στη Φιλοσοφική, ακολουθώντας τα ευρωπαϊκά πρότυπα, λειτούργησαν και δύο εργαστήρια, της Πειραματικής Ψυχολογίας το 1922 και της Πειραματικής Παιδαγωγικής το 1932. Το πρώτο συνδεόταν άμεσα με το Φιλοσοφικό Φροντιστήριο και το παρακολουθούσαν κυρίως πρωτοετείς και δευτεροετείς φοιτητές και φοιτήτριες της Φιλοσοφικής καθώς και τριτοετείς της Θεολογικής Σχολής, οι οποίοι ασκούνταν στις μεθόδους της επιστημονικής έρευνας για τα ψυχικά φαινόμενα και στη χρήση των ψυχομετρικών οργάνων. Το δεύτερο επικεντρωνόταν στην έρευνα για τη σωματική, ψυχολογική και ηθική εξέλιξη των μαθητών, καθώς και στη μελέτη και διάδοση της επιστήμης της Παιδαγωγικής στην Ελλάδα. Τέλος, το 1929, μετά από ενέργειες του καθηγητή της Φιλοσοφικής Νικόλαου Εξαρχόπουλου (1874–1960), ιδρύθηκε το Σχολείο Πειραματικής Παιδαγωγικής στην Αθήνα, υπό την εποπτεία του Πανεπιστημίου Αθηνών, με αντικείμενο τη θεωρητική και πρακτική άσκηση των μετέπειτα καθηγητών Μέσης Εκπαίδευσης και την επιστημονική έρευνα για την ανάπτυξη της παιδαγωγικής επιστήμης.
Η ενιαία Βιβλιοθήκη της Φιλοσοφικής. Η Φιλοσοφική Σχολή δεν είχε ενιαία βιβλιοθήκη που να συμπεριλαμβάνει όλα τα βιβλία των «προσαρτημάτων» της, παρά μόνο αυτοτελείς βιβλιοθήκες των φροντιστηρίων ή σπουδαστηρίων της. Την ακαδημαϊκή χρονιά 1987–1988, η Φιλοσοφική Σχολή εγκαταστάθηκε στην Πανεπιστημιούπολη στου Ζωγράφου με 12 σπουδαστήρια/βιβλιοθήκες, τα οποία, σύμφωνα με τον νόμο πλαίσιο για τη δομή και τη λειτουργία των ΑΕΙ (Ν. 1268.1982), υπάγονταν πλέον σε τμήματα και τομείς.
Η Βιβλιοθήκη της Φιλοσοφικής Σχολής ως ενιαία διοικητική μονάδα θεσμοθετήθηκε για πρώτη φορά το 2005, μετά από απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου και υπάγεται στη Διεύθυνση Βιβλιοθήκης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2018 λειτουργούσαν υπό τον συντονισμό της 16 σπουδαστήρια/βιβλιοθήκες που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες των 13 ακαδημαϊκών τμημάτων της Φιλοσοφικής και τα οποία ήταν τα εξής:
- Σπουδαστήριο Κλασικής Φιλολογίας
- Σπουδαστήριο Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας
- Σπουδαστήριο Γλωσσολογίας
- Σπουδαστήριο Λαογραφίας
- Σπουδαστήριο Ιστορίας
- Σπουδαστήριο Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης
- Σπουδαστήριο Φιλοσοφίας
- Σπουδαστήριο Παιδαγωγικής
- Σπουδαστήριο Ψυχολογίας
- Βιβλιοθήκη Τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας
- Βιβλιοθήκη Τμήματος Ιταλικής και Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας
- Βιβλιοθήκη Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας
- Βιβλιοθήκη Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας
- Βιβλιοθήκη Τμήματος Σλαβικών Σπουδών
- Βιβλιοθήκη Τμήματος Θεατρικών Σπουδών
- Βιβλιοθήκη Τμήματος Μουσικών Σπουδών
Ο ερχομός του 2019 σήμανε και την απαρχή μιας νέας εποχής για τη Φιλοσοφική Σχολή, καθώς μετά από 13 περίπου χρόνια εργασιών δημιουργήθηκε μια νέα ενοποιημένη Βιβλιοθήκη, η οποία συμπεριλάμβανε το σύνολο των επιμέρους σπουδαστηρίων/βιβλιοθηκών της Σχολής.
Το τριώροφο κτίριο της Βιβλιοθήκης, συνολικού εμβαδού 7.500 τ.μ., βρίσκεται παραπλεύρως του κτιρίου της Φιλοσοφικής στην Πανεπιστημιούπολη και χωρίζεται σε επτά επίπεδα. Διαθέτει αμφιθέατρο για την τέλεση συνεδρίων και άλλων εκδηλώσεων, ενώ τα αναγνωστήρια έχουν 400 θέσεις αναγνωστών.
Όσον αφορά το περιεχόμενό της, η Βιβλιοθήκη θησαυρίζει εκδόσεις που χρονολογούνται από τον 16ο αιώνα μέχρι σήμερα. Αναλυτικά, οι συλλογές της Βιβλιοθήκης της Φιλοσοφικής καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα γνωστικών πεδίων, σχετικών με τις ανθρωπιστικές σπουδές σε διάφορες γλώσσες. Η ελληνική γλώσσα, η λογοτεχνία, η φιλοσοφία, η ιστορία και η τέχνη συνιστούν βασικούς πυλώνες της συλλογής και συμπληρώνονται από τη λατινική γραμματεία, τις ευρωπαϊκές γλώσσες και λογοτεχνίες (αγγλική, γαλλική, γερμανική, ιταλική, ισπανική, ρωσική), την παιδαγωγική επιστήμη, την ψυχολογία, τη μουσική και το θέατρο.
Ανάμεσα στα 500.000 τεκμήρια υπάρχουν περίπου 20.000 σπάνιες και πολύτιμες εκδόσεις, καθώς και χειρόγραφα. Εκτός από τα βιβλία, σημαντική είναι η συλλογή των επιστημονικών περιοδικών (3.800 τίτλοι), ενώ η Βιβλιοθήκη διαθέτει και 4.000 τεκμήρια οπτικοακουστικού και φωτογραφικού υλικού. Το υλικό αυτό προήλθε διαχρονικά από αγορές, δωρεές και ανταλλαγές στο πλαίσιο συνεργασιών κυρίως με ακαδημαϊκά ιδρύματα της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Ειδικές συλλογές. Ξεχωριστό τμήμα στη Βιβλιοθήκη αποτελούν οι συλλογές των παλαιών και σπανίων εκδόσεων των πρώην σπουδαστηρίων της Σχολής⸱ δηλαδή τα χειρόγραφα και τα παλαιά και σπάνια έντυπα τεκμήρια της Βιβλιοθήκης, τα οποία έχουν χρονολογία έκδοσης πριν από το 1930, καθώς και άλλο υλικό που για ποικίλους λόγους απαιτεί ειδική μεταχείριση.
Τα χειρόγραφα της Φιλοσοφικής Σχολής, προερχόμενα από το πρώην Σπουδαστήριο Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας, ανέρχονται σε 82 από τα οποία τα τέσσερα είναι βυζαντινά και τα υπόλοιπα μεταβυζαντινά, στην πλειονότητά τους εκκλησιαστικού περιεχομένου.
Όσον αφορά τα έντυπα, που αποτελούν τη μερίδα του λέοντος των Ειδικών Συλλογών, ανάμεσά τους υπάρχουν σπάνιες ελληνικές και ξένες εκδόσεις, που χρονολογούνται από τα μέσα του 16ου αιώνα, τυπωμένες σε τυπογραφεία της Βενετίας, της Μοσχόπολης, του Ιασίου, του Βουκουρεστίου, της Βιέννης, της Κωνσταντινούπολης, του Παρισιού κ.λπ.
Επισημαίνεται ότι οι Ειδικές Συλλογές βρίσκονται στην ομώνυμη αίθουσα, στον 2ο όροφο της Βιβλιοθήκης, η οποία είναι κλειστή για το κοινό. Ωστόσο, ο κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να αναζητήσει το περιεχόμενό τους στον ηλεκτρονικό κατάλογο (OPAC) της Βιβλιοθήκης του ΕΚΠΑ.
Οργάνωση της Βιβλιοθήκης. Η Βιβλιοθήκη οργανώθηκε με βάση το σύστημα αυτοματοποίησης SIERRA, ενώ η ταξινόμηση των βιβλίων της ανά θεματική κατηγορία πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με το Διεθνές Δεκαδικό Ταξινομικό Σύστημα DEWEY. Η αναζήτηση των τεκμηρίων γίνεται μέσω του ηλεκτρονικού καταλόγου, είτε από τους υπολογιστές της Βιβλιοθήκης είτε από τον προσωπικό υπολογιστή του κάθε ενδιαφερόμενου.
Επίσης, συλλογές της Βιβλιοθήκης όπως άρθρα, έγγραφα, ανακοινώσεις καθηγητών σε συνέδρια, σπάνια βιβλία, δημοσιεύσεις, πτυχιακές-διπλωματικές εργασίες, διδακτορικές διατριβές κ.ά., βρίσκονται ψηφιοποιημένες στο αποθετήριο «Πέργαμος», που αποτελεί την Ενιαία Πλατφόρμα Ιδρυματικού Αποθετηρίου και Ψηφιακής Βιβλιοθήκης του ΕΚΠΑ.
Κατάλογοι της Βιβλιοθήκης
Καραπλή, Αικατερίνη, «Κατάλογος των παλαιών εκδόσεων του Ιστορικού Σπουδαστηρίου». Ανάτυπον από τον ΚΕ΄ τόμον (1974–1977) της Επιστημονικής Επετηρίδος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1978.
Κατάλογος Περιοδικών και Εφημερίδων, επιμ. Σ. Διαλησμάς, Αθήνα, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Φιλοσοφική Σχολή, Σπουδαστήριον Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας, 1973.
«Κατάλογος Περιοδικών του Ιστορικού Σπουδαστηρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών», Παρουσία, Ανάτυπο, τόμ. Α΄, Αθήνα, ΕΔΠ Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, 1982.
«Κατάλογος των Φροντιστηριακών Βιβλιοθηκών του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου», Κατάλογος Βιβλίων και Οργάνων του Πανεπιστημίου, Αθήνα, Τυπογραφείο Παρασκευά Λεωνή, 1914, σ. 127– 273.
Ζώρας, Γ.Θ. / Φ.Κ., Μπουμπουλίδης, «Κατάλογος χειρογράφων κωδίκων Σπουδαστηρίου Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών», Επιστημονική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, τόμ. 13, 1962–1963, σ. 464–488, τόμ. 14, 1963–1964, σ. 205–265. (Κυκλοφόρησε και ως βιβλίο με ενιαία σελιδαρίθμηση και ευρετήριο το 1964.)
Δημητρακόπουλος, Φ.Α., «Συμπληρωματικός κατάλογος χειρογράφων του Σπουδαστηρίου Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών», Επιστημονική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, τόμ. 35, 2003–2004, σ. 339–381.
Βιβλιογραφία για τη Βιβλιοθήκη
Γαβρόγλου, Κ. / Β., Καραμανωλάκης / Χάιδω, Μπάρκουλα, Το Πανεπιστήμιο Αθηνών (1837–1937) και η ιστορία του, Ηράκλειο, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2014, σ. 225, 327, 329–334, 337.
Γαβρόγλου, Κ. / Β., Καραμανωλάκης / Χάιδω, Μπάρκουλα, Το Πανεπιστήμιο Αθηνών (1837–1937) και η ιστορία του, Μια συνοπτική αφήγηση, Ηράκλειο, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2016, σ. 45, 54, 64, 118, 154, 184.
Καραμανωλάκης, Β., Η συγκρότηση της ιστορικής επιστήμης και η διδασκαλία της ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1837–1932), Αθήνα, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών / ΕΙΕ, 2006, σ. 180–182, 188, 190, 229–234, 236, 238, 251, 257, 289, 349.
Πανόραμα του Πανεπιστημίου Αθηνών, Δομή – Λειτουργία – Εκπαιδευτικό Έργο, Αθήνα, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2002, σ. 331–337.