Η βιβλιοθήκη και το βιβλιογραφείο της Μονής του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου του Στουδίου
Η αρχαιότερη οργανωμένη μοναστηριακή βιβλιοθήκη, για την οποία γνωρίζουμε ότι λειτούργησε με συγκεκριμένο κανονισμό και υποστήριξε βιβλιογραφείο με σκοπό την πνευματική αναβάθμιση της κοινότητας των στουδιτών και όχι μόνο, είναι η Μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στην Κωνσταντινούπολη. Κτήτορας της μονής αυτής ήταν ο συγκλητικός Στούδιος, με χρήματα του οποίου οικοδομήθηκε το 454 ο ναός του Ιωάννη του Προδρόμου, στον οποίο αργότερα προσαρτήθηκε ένα μοναστήρι του τάγματος των Ακοιμήτων. Έκτοτε και άλλες μονές στην πρωτεύουσα, αλλά και έξω από αυτήν, στην περιοχή της Βιθυνίας, στα νησιά και αλλού, ασπάστηκαν το τυπικό των στουδιτών, διαμορφώνοντας έτσι μια μοναστική αλυσίδα με στενές θρησκευτικές και πνευματικές συγγένειες και επαφές. Ωστόσο, οι πληροφορίες που διαθέτουμε για τη βιβλιοθήκη και το βιβλιογραφείο της Μονής δεν χρονολογούνται παλαιότερα από τις τελευταίες δεκαετίες του 8ου αιώνα και πιο συγκεκριμένα από τα χρόνια της ηγουμενίας του Θεοδώρου (759–826).
Ο Θεόδωρος, που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 759 από μεγάλη και πλούσια οικογένεια, ήταν ανιψιός του Πλάτωνος, του θεμελιωτή της στουδιτικής κοινότητας και ιδρυτή της μονής στο Σακκούνδιο (718) στην περιοχή της Προύσας, όπου λειτουργούσε και κέντρο αντιγραφής κωδίκων. Από τον Θεόδωρο γνωρίζουμε επίσης ότι ο Πλάτων ήταν καλλιγράφος και ότι επιμελούνταν κείμενα ψυχωφελούς περιεχομένου κυρίως, τα οποία προορίζονταν για τον εμπλουτισμό των στουδιτικών μοναστηριών. Η δραστηριότητα αυτή του Πλάτωνος ενέπνευσε πιθανότατα τον Θεόδωρο, που είχε αποκτήσει τη θύραθεν παιδεία, να προχωρήσει στην οργάνωση της βιβλιοθήκης και του βιβλιογραφείου της Μονής. Πίστευε προφανώς ότι η μελέτη, η ανάγνωση και οι ποικίλες γενικά ενασχολήσεις με το βιβλίο αποτελούσαν βασική προϋπόθεση για την εξύψωση της πνευματικής μοναστικής κοινότητας.
Η βιβλιοθήκη. Θεωρείται βέβαιο ότι η Μονή του Στουδίου διέθετε μια πλούσια βιβλιοθήκη προτού ακόμη αναλάβει καθήκοντα ηγουμένου ο Θεόδωρος, και μάλιστα με βιβλία τόσο της χριστιανικής όσο και της αρχαίας γραμματείας. Επιδιώκοντας να μεταγγίσει τις γνώσεις του στη μοναστική κοινότητα, συνέταξε ένα κείμενο γνωστό έως Υποτύπωσις (κανονισμός), επιβάλλοντας στους μοναχούς να αφιερώνουν χρόνο, πέρα από την εργασία και την προσευχή, και στη μελέτη. Η βιβλιοθήκη αποκαλείται τόπος βιβλίων και ο βιβλιοφύλαξ τις ημέρες της αργίας καλούσε με τον ήχο του σημάντρου τους αδελφούς και τους ενεχείριζε ένα βιβλίο το οποίο έπρεπε να διαβάσουν έως το βράδυ και να το επιστρέψουν με το νέο κάλεσμα του σημάντρου. Ο κανονισμός, μάλιστα, προέβλεπε κυρώσεις για όποιον μοναχό δεν φρόντιζε το βιβλίο που είχε δανειστεί ή έπαιρνε κάποιο χωρίς την άδεια του βιβλιοφύλακα, όπως και για εκείνον που έκρυβε το βιβλίο στο στρώμα του αντί να το επιστρέψει, αλλά και για τον αμελή βιβλιοφύλακα που παρατούσε τα βιβλία στοιβαγμένα άτακτα και δεν τα ξεσκόνιζε. Δεν διαθέτουμε άλλα στοιχεία για τη βιβλιοθήκη της Μονής, στη φαντασία μας ωστόσο πλάθονται εικόνες καθώς διαβάζουμε τα άρθρα του κανονισμού, με το πλήθος των μοναχών να περιφέρεται σαν μελίσσι γύρω από τη βιβλιοθήκη. Αν σκεφτεί δε κανείς ότι η Μονή του Στουδίου είχε φτάσει να αριθμεί εκατοντάδες μοναχούς –επτακόσιους κατά τον Θεοφάνη–, δεν θα δυσκολευτεί να υποθέσει ότι ο αριθμός των διαθέσιμων βιβλίων για την πρακτική της ανάγνωσης θα ήταν μεγάλος, ώστε να λειτουργεί ισότιμα ο κανονισμός της Μονής.
Κ.Σπ. Στάικος, Η Αρχιτεκτονική των Βιβλιοθηκών στον Δυτικό Πολιτισμό, Αθήνα, Άτων, 2016, σ. 179–183.