Ο John Dee (1527-1608/9), η κατεξοχήν προσωπικότητα της Αγγλίας με ουμανιστικά ενδιαφέροντα, σύμφωνα με τα ιταλικά πρότυπα –μαθηματικός, αστρολόγος, αλχημιστής, θαλασσοπόρος και οπαδός της ερμητικής φιλοσοφίας–, συγκρότησε πλούσια βιβλιοθήκη, τόσο με χειρόγραφα, όσο και με έντυπα (Roberts, Extending, 295-302). Ο ίδιος υποστήριζε πως είχε συλλέξει 1.000 κώδικες, μολονότι ένας Κατάλογος των χειρογράφων της βιβλιοθήκης του, που χρονολογείται το 1583, καταγράφει περίπου 300, ενώ 169 χειρόγραφα ακόμη μπορούν να σχετιστούν με τη συλλογή του. Τα περισσότερα από αυτά προέρχονται από μοναστικές ή κολεγιακές συλλογές, όπως είδαμε παραπάνω. Το κύριο σώμα της βιβλιοθήκης του αντιπροσωπεύουν έργα φυσικής φιλοσοφίας, μεταξύ των οποίων του Roger Bacon, και ιστορικά συγγράμματα, ενώ τα θεολογικά πονήματα σπανίζουν ή δεν καταγράφονται στον Κατάλογό του. Τα έντυπα βιβλία του ανέρχονταν το 1583 σε 2.300 τίτλους περίπου, ένα μεγάλο τμήμα των οποίων τον «συνόδευσαν» στο μακροχρόνιο ταξίδι του πέρα από τη Μάγχη, από το 1583 ως το 1589. Στην περιήγησή του αυτή δεν παρέλειψε, βέβαια, να εμπλουτίσει τη βιβλιοθήκη του με προϊόντα των διασημότερων τυπογραφικών οίκων της Ευρώπης, της Ολλανδίας και της Γαλλίας κυρίως, αλλά και της Ιταλίας. Παράλληλα, οι βιβλιοπώλες του Λονδίνου εξακολουθούσαν να αντιπροσωπεύουν σταθερή πηγή πολλαπλασιασμού της συλλογής του, με εκδόσεις του οίκου Birckmann της Κολονίας. Η οργάνωση της συλλογής του αναδεικνύεται από τον Κατάλογό της, λόγου χάρη η externa bibliotheca ήταν χωρισμένη αρχικά σε βιβλιοδετημένα και μη βιβλία και στη συνέχεια κατά σχήμα, με θεματικές υποδιαιρέσεις: «Hebraici, chaldaici & syriaci libri», κ.λπ.
Ο Dee δεν άφησε διαθήκη και πριν ακόμη από τον θάνατό του (1608/9;), για οικονομικούς πιθανόν λόγους, η βιβλιοθήκη του περιήλθε στην κατοχή του John Pontois, και η μόνη ένδειξη της πρόθεσής του ήταν η κατάθεση του ίδιου ότι ορισμένα από τα «μνημεία» του τα προόριζε για τον Πύργο. Ο νέος κάτοχος της βιβλιοθήκης του Dee, ο Pontois, δεν συνέταξε επίσης διαθήκη και με τον θάνατό του το 1624 τμήμα της συλλογής πέρασε στους κληρονόμους του John Woodall και Patrick Saunders, ενώ τα υπόλοιπα βιβλία βγήκαν σε δημοπρασία από βιβλιοπωλεία του Λονδίνου, με αποτέλεσμα να εμπλουτίσουν τις βιβλιοθήκες των John Selden, Brian Twyne, Sir Robert Cotton κ.ά. (Βιβλ., V, 361-362).