Η Αικατερίνη από τη Σιένα, που γεννήθηκε το 1347 και πέθανε στη Ρώμη, στις 29 Απριλίου 1380 από επιληψία, υπήρξε θεολόγος, φιλόσοφος και μυστικίστρια.
Σε νεαρή ηλικία αποφάσισε να αφιερωθεί στον Θεό, παρά τις αντιρρήσεις των γονιών της. Ήταν έξι ετών όταν είχε το πρώτο της υπερφυσικό όραμα, επηρεασμένο ενδεχομένως από ζωγραφικές παραστάσεις ναών: είδε τον Ιησού Χριστό ντυμένο με τα άμφια του Πάπα, περιτριγυρισμένο από τον Πέτρο, τον Παύλο και τον Ιωάννη. Σε ηλικία επτά ετών, πήρε τον όρκο της παρθενίας και, παρότι ήταν παιδί, άρχισε να ζει ασκητικά.
Εναντιώθηκε στις πιέσεις της μητέρα της να παντρευτεί, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν εντάσεις στην οικογένεια που έπαυσαν, μόνο όταν ο πατέρας της είδε πάνω από το κεφάλι της Αικατερίνης ένα λευκό περιστέρι να αιωρείται και πίστεψε ότι είναι θεία ενέργεια. Έκτοτε ζούσε αποσυρμένη στο σπίτι, νήστευε για εβδομάδες και συντηρούνταν μόνο με νερό και βότανα, έκανε άσκηση στη σιωπή, υποβαλλόταν σε αυτομαστίγωση και δεν έπαυε να προσεύχεται και να κοινωνεί συχνά. Γύρω στο 1367, η Αικατερίνη βίωσε έναν μυστικιστικό γάμο με τον Χριστό, στον οποίο πρωτοστατούσε η Παρθένος Μαρία ενώπιον και άλλων αγίων. Κατά τον γάμο αυτό έλαβε ένα δαχτυλίδι –ορατό μόνο στην ίδια, το οποίo, καθώς είπε, παρέμεινε στο δάχτυλό της για όλη της τη ζωή, – συμβολίζοντας την ένωση.
Έγινε μέλος της Δομινικανικής Εκκλησίας και ο πάπας Γρηγόριος ΙΑ΄ έπαιξε ρόλο στην απόφασή της να φύγει από την Αβινιόν και να μεταβεί στη Ρώμη, απ' όπου στάλθηκε στη Φλωρεντία να διαπραγματευτεί για την ειρήνη. Μετά τον θάνατο του πάπα και το τέλος της ειρήνης, επέστρεψε στη Σιένα.
Το παπικό σχίσμα του 1378 ανάγκασε την Αικατερίνη της Σιένα να μεταβεί μαζί με τον πάπα Ουρβανό ΣΤ΄, εκ νέου, στη Ρώμη, όπου και πέθανε σε ηλικία 33 ετών. Η κηδεία και η ταφή της έγιναν στη βασιλική της Santa Maria sopra Minerva με τη φροντίδα του πάπα.
Αγιοποιήθηκε από τον πάπα Πίο Β΄ το 1461 και ονομάστηκε διδασκάλισσα της Εκκλησίας από τον πάπα Παύλο Στ΄ το 1970.
Η Αικατερίνη της Σιένα αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες του μεσαιωνικού καθολικισμού, τόσο λόγω της επιιροής της στον παπισμό όσο και εξαιτίας του συγγραφικού της έργου. Το πόνημά της The Dialogue of Divine Providence, οι 381 επιστολές, τις οποίες υπαγόρευσε την τελευταία δεκαετία της ζωής της, και οι δεκάδες προσευχές τής δίνουν εξέχουσα θέση στην ιστορία της ιταλικής λογοτεχνίας.
Th.E. Dupré, Dizionario Biografico degli Italiani, τόμ. 22, Ρώμη, Istituto dell'Enciclopedia Italiana, 1979.