Θέση. Σε ένα απότομο, στενό και βραχώδες τοπίο, στο νοτιοανατολικό άκρο της αθωνικής χερσονήσου, μέσα στην περιοχή της Μεγίστης Λαύρας, όπου υπάγεται διοικητικά, και στα νότιά της, είναι αναπτυγμένη η Σκήτη των Καυσοκαλυβίων.
Ίδρυση και εξέλιξη. Η σκήτη ως οργανωμένος μοναστικός οικισμός ιδρύθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα από τον όσιο Ακάκιο τον Νέο τον Καυσοκαλυβίτη (1630–1730). Ως συστατήρια πάντως χρονολογία θεωρείται το 1745, όταν η κυρίαρχη μονή της Λαύρας, μετά την ανοικοδόμηση του κυριακού της σκήτης, εξέδωσε πράξη αναγνώρισής της.
Η ονομασία Καυσοκαλύβια δόθηκε κατά την παράδοση από τον Μάξιμο Καυσοκαλυβίτη († 1365 περίπου), ο οποίος είχε τη συνήθεια να αλλάζει τόπο κατοικίας και σε κάθε μετακίνησή του να καίει την προηγούμενη ξύλινη καλύβα του, έως ότου κατέληξε στον χώρο αυτό. Ο Μάξιμος απέκτησε μεγάλη φήμη και βαθμηδόν συγκεντρώθηκαν γύρω του αρκετοί ασκητές. Η φήμη του μάλιστα αποτέλεσε αφορμή ώστε δύο αυτοκράτορες, ο Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος και ο Ιωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός, να τον επισκεφτούν στο ασκητήριό του (Κώδικας 25 μονής Ξενοφώντος). Η περιοχή όμως των Καυσοκαλυβίων, άγονη και άνυδρη καθώς ήταν, δεν μπορούσε εύκολα να φιλοξενήσει πολυάριθμο οικισμό, αλλά προσείλκυε πάντοτε μεμονωμένους ασκητές. Στον άνυδρο αυτό τόπο, ο όσιος Ακάκιος περί το 1725 άνοιξε με τρόπο θαυμαστό πηγή με άφθονο νερό. Η ύπαρξη νερού οδήγησε στην τοποθεσία πολυάριθμους μοναχούς, αλλά και ο Ακάκιος κατέλιπε επίσης πολλούς μαθητές. Ο πρόχειρος ναός που είχε κατασκευάσει και ήταν αφιερωμένος στην Αγία Τριάδα ανοικοδομήθηκε το 1745, ως κυριακό πλέον της σκήτης. Το κυριακό αυτό ιστορήθηκε από το εργαστήριο του ιερομονάχου Παρθενίου του Ζωγράφου από τα Άγραφα (γ΄ τέταρτο του 18ου αι.) και από τον μοναχό Μητροφάνη από τη Βιζύη της Θράκης (1820). Το τέμπλο του είναι ξυλόγλυπτο και οι φορητές εικόνες είναι παλαιολόγειας και μεταβυζαντινής τέχνης.
Την εποχή εκείνη είχε 30 καλύβες, που κατοικούνταν από ασκητικές συνοδείες δύο ή τριών ατόμων. Από αυτές οι εννέα είχαν ναΰδρια. Ανάμεσα τους διακρίνεται η καλύβα του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, με εξαίρετο ναΰδριο ιστορημένο από τον Μητροφάνη τον Χίο το 1776. Σήμερα η Σκήτη διαθέτει 40 περίπου καλύβες. Μεταξύ τους και ο αγιογραφικός οίκος της αδελφότητας των Ιωασαφαίων.
Λόγιοι της Σκήτης. Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης (1689–1784). Γεννήθηκε στην Πάτρα από χριστιανούς γονείς εβραϊκής καταγωγής, με μεγάλο θρησκευτικό ζήλο. Υπήρξε μαθητής του Ευγένιου Βούλγαρη. Προσκλήθηκε να διευθύνει, πρώτος αυτός, την Αθωνιάδα Σχολή. Μετά από τρία χρόνια, όπως γράφει ο Ευγένιος Βούλγαρης, «προκρίνει τὸ νὰ λατομῇ εἰς τὸ Καυσοκαλύβιον, ὁμαλίζων τὴν τραχεῖαν καὶ ἀπόκροτον κέλλαν του, παρὰ νὰ κοπιάζῃ εἰς σχολεῖόν τι καὶ οὕτως ἐκ τῶν λίθων τούτων νὰ τεκνώσῃ τῷ Ἀβραάμ».
Ήταν ο θεωρητικός ηγέτης και πρωταγωνιστής της μερίδας των Κολλυβάδων, που αγωνίζονταν για τη διατήρηση της λατρευτικής εκκλησιαστικής παράδοσης, και οδήγησε σε ένα κίνημα πνευματικής αναγέννησης. Λόγω των ιδεών του, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Άγιον Όρος γύρω στο 1760. Πέρασε πρώτα από την Κωνσταντινούπολη και τέλος εγκαταστάθηκε στις παραδουνάβιες ηγεμονίες ως δάσκαλος, όπου πέθανε εν πτωχεία.
Το 1759, το πρώτο έργο που τύπωσε το τυπογραφείο της Μεγίστης Λαύρας ήταν η Ἐκλογὴ τοῦ Ψαλτηρίου του Νεοφύτου.
Ο Νεόφυτος αναγνωριζόταν από τους λογίους της Ευρώπης ως άριστος γραμματικός, αλλά έδωσε δείγματα εξαίρετης επίδοσης και στη φιλολογική κριτική. Είναι ο πρώτος που παρουσίασε τεκμηριωμένη τη θεωρία ότι τα συγγράμματα που αποδίδονται στον Μακάριο Αιγύπτιο ανήκουν στον μασσαλιανό (ευχίτη) Συμεών Μεσοποταμίτη, θεωρία που επρόκειτο να επικρατήσει στην πατρολογική έρευνα μετά από 150 χρόνια. Ενδιαφέροντα είναι επίσης τα απολογητικά του συγγράμματα, από τα οποία το κυριότερο απευθύνεται στους διαφωτιστές με τον τίτλο Φιλόσοφος ή Θεϊστής. Όταν το 1768 εξέδωσε στο Βουκουρέστι, σε 1.298 σελίδες, το έργο Θεοδώρου γραμματικῆς εἰσαγωγῆς τῶν εἰς τέσσαρα εἰς τὸ τέταρτον, Ὑπόμνημα, ο Ζαν-Μπατίστ ντε Βιλλουαζόν (Jean Baptiste Gaspar d’Ansse de Villoison) το χαρακτήρισε «recentium graecorum in grammatica facile princeps».
Ιωνάς ο Καυσοκαλυβίτης († 1765). Συνέγραψε Συλλογή από συναξάρια και ασματικές ακολουθίες νεομαρτύρων: σώζεται ιδιόγραφος κώδικας, που ανήκε στην καλύβη του Αγίου Ακακίου Καυσοκαλυβίων (αρ. 2) και σήμερα φυλάσσεται στη μονή Μεγίστης Λαύρας. Ο Ιωνάς μετέφρασε στα νεοελληνικά και αρκετά από τα μαρτύρια που είχε συντάξει ο Ιωάννης Καρυοφύλλης (1693) και περιέχονται σε όλες τις εκδόσεις του Νέου Μαρτυρολογίου που εξέδωσε ο Νικόδημος ο Αγιορείτης. Συνέθεσε ακόμη πανηγυρική ακολουθία στον δάσκαλό του Ακάκιο Καυσοκαλυβίτη και κανόνα στον νεομάρτυρα Νικόλαο τον Παντοπώλη. Τέλος, μια Ανθολογία Προσευχών σώζεται στον ιδιόγραφο Κώδικα 74 Καυσοκαλυβίων, καθώς και ένα έργο με «Τύπους Επιστολών» (Κώδικας 80 Καυσοκαλυβίων).
Θεόκλητος Καρατζάς ο Βυζάντιος (1728–μετά το 1783). Συντάκτης συλλογής κανόνων που τους παράφρασε στα νεοελληνικά, έργο το οποίο παραμένει ανέκδοτο. Έχει τον τίτλο: Νομοκάνονον ἀκριβέστατον καὶ πλουσιώτατον, εἰς κοινὴν ἤδη γλῶσσαν μεταφρασθὲν πρὸς τὴν τῶν ἀναγινωσκόντων ὠφέλειαν.
Εκτός από τον Νομοκάνονα, παράφρασε και τους Ἀσκητικούς Ὅρους του Μεγάλου Βασιλείου. Συνέθεσε επίσης εκκλησιαστικές ακολουθίες και ύμνους.
Ραφαήλ Ακαρνάν ο διδάσκαλος (1714–1804). Καλλιγράφος, επιγραμματοποιός, υμνογράφος και ένας από τους πολυγραφότερους λογίους των Καυσοκαλυβίων. Το 1771 ο Καισάριος Δαπόντες του παράγγειλε να καλλιγράψει το βιβλίο του Ῥόδον τὸ Ἀμάραντον. Παράφρασε στα απλοελληνικά τον βίο του οσίου Λαζάρου του Γαλησιώτου και τον βίο του Γρηγορίου Παλαμά, γραμμένο από τον Φιλόθεο Κόκκινο. Δεκάστιχο ηρωοελεγείο του εντοπίζεται στο Κανονικὸν του Χριστοφόρου Προδρομίτη, που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1800.
Μεθόδιος ο Βυζάντιος ο Μακρυγένης. Ποιητής. Συνέθεσε στίχους στα τουρκικά, 112 στίχους περί της Παναγίας Προυσσού, και Δίαιτα εἰς τὴν ζωὴν τοῦ ἀνθρώπου διὰ στίχων 157.
Ευθύμιος Μακεδών ο Τραπεζούντιος (περ. 1718–1798). Τα έργα του είναι γραμμένα σε δημώδη γλώσσα. Σε ιδιόγραφο κώδικα σώζεται η Μέλισσα, ἤτοι βίβλος περιέχουσα πλεῖστα τε καὶ ἐπωφελῆ διάφορα, ἅπαντα διὰ στίχων ποικίλων πολιτικῶν ἅπλῶν.
Βιβλιοθήκη. Η Βιβλιοθήκη του κυριακού της Σκήτης Αγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων ιδρύθηκε στις πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνα. Στη συλλογή της υπάρχει χειρόγραφος κατάλογος (αρ. 123) με τον τίτλο «Σύντομος Κατάλογος τῶν Βιβλίων τῆς κοινῆς βιβλιοθήκης τοῦ σεπτοῦ Κυριακοῦ τῆς ἡμετέρας ἱερᾶς Σκήτης τῶν Καυσοκαλυβίων. Διῃρημένος εἰς δύο μέρη. Καὶ τὸ μὲν πρῶτον μέρος περιλαμβάνει τὰ χειρόγραφα, τὸ δὲ δεύτερον τὰ ἔντυπα». Συντάχθηκε το 1915 από τον τότε βιβλιοθηκάριο ιερομόναχο Ιωάσαφ της αδελφότητας των Ιωασαφαίων. Αποτελείται από 45 φύλλα και καταγράφει τόσο τα χειρόγραφα όσο και τα τότε σωζόμενα έντυπα της σκήτης. Ο βασικός πυρήνας της Βιβλιοθήκης εμπλουτίζεται συχνά με νέες προσκτήσεις από δωρεές ή από καλύβες που αδειάζουν και περιστασιακά ερημώνουν. Ανάμεσα στις νέες προσκτήσεις είναι και η βιβλιοθήκη του Χαρίτωνος του πνευματικού, ο οποίος έζησε τον 19ο αιώνα· που παραδόθηκε στο κυριακό από τον υποτακτικό του μοναχό Αθανάσιο.
Χειρόγραφοι Κώδικες. Η συλλογή των χειρογράφων του κυριακού της σκήτης περιλαμβάνει 279 κώδικες, με τρεις από αυτούς σε περγαμηνή.
Ο Σπυρίδων Λάμπρος στα τέλη του 19ου αιώνα εντόπισε και περιέγραψε 23 κώδικες, ενώ ο Ευλόγιος Κουρίλας το 1930 κατέγραψε συνολικά 86, συμπεριλαμβάνοντας στον κατάλογό του, εκτός από τους κώδικες του κυριακού, και τα χειρόγραφα ορισμένων καλυβών της σκήτης. Πρόκειται για τις καλύβες της αδελφότητας των Ιωασαφαίων, του Ιωάννου Θεολόγου, του Αγίου Μεθοδίου, του Αγίου Ευσταθίου, του Αγίου Ακακίου, του Αγίου Παντελεήμονος, του Γενεσίου της Θεοτόκου, του Ακαθίστου Ύμνου, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και της Μεταμορφώσεως. Ορισμένα από τα χειρόγραφα αυτά, που τον καιρό του Κουρίλα ανήκαν σε καλύβη, κατά το β΄ μισό του 20ού αιώνα περιήλθαν στη συλλογή του κυριακού. Παράλληλα, από το 1999 ο μοναχός Πατάπιος Καυσοκαλυβίτης ξεκίνησε μια προσπάθεια ανασυγκρότησης της βιβλιοθήκης, που είχε ως αποτέλεσμα τον εμπλουτισμό της με αρκετά επιπλέον χειρόγραφα. Στον Κατάλογο που εξέδωσε (βλ. Βιβλιογραφία), μετά την πρόταξη των δύο εκδοθέντων καταλόγων, του Λάμπρου και του Κουρίλα, περιγράφονται οι Κώδικες 87–242. Στους κώδικες περιλαμβάνονται και όσοι μέχρι το 1931 ανήκαν στην καλύβη του Ακαθίστου Ύμνου. Οι υπόλοιποι, έως τον 279, περιγράφονται σε συμπληρωματικό κατάλογο του ίδιου συγγραφέα (βλ. Βιβλιογραφία).
Ο παλαιότερος κώδικας ανάγεται στον 10ο αιώνα και είναι περγαμηνός. Άλλοι δύο περγαμηνοί είναι του 11ου αιώνα. Οι περισσότεροι τοποθετούνται ανάμεσα στον 18ο και τον 20ό αιώνα (14ος: 4, 15ος: 5, 17ος: 7).
Ως προς το περιεχόμενο η συλλογή περιλαμβάνει κυρίως έργα αγιογραφικά, θεολογικά, υμνολογικά και ιστορικά.
Ο περγαμηνός Κώδικας 1 είναι το αξιολογότερο κειμήλιο της σκήτης. Ανάγεται στον 11ο αιώνα και στα 361 φύλλα του περιλαμβάνει 31 λόγους και ομιλίες του Ιωάννη Χρυσοστόμου. Γράφτηκε από τον καλλιγράφο Ιγνάτιο στη Μεγίστη Λαύρα.
Έντυπα Βιβλία. Η συλλογή των έντυπων βιβλίων του κυριακού της Σκήτης Καυσοκαλυβίων μέχρι το 1900 περιλαμβάνει 648 τίτλους. Για τα έντυπα μετά το 1901 ο βιβλιοθηκάριος μοναχός Πατάπιος ετοιμάζει ειδικό κατάλογο.
Το παλαιότερο έντυπο είναι του 1516 και πρόκειται για μια έκδοση των ομιλιών (Orationes) του Γρηγορίου Ναζιανζηνού, που τυπώθηκε στη Βενετία in aedibus Aldi et Andreae soceri.
Βιβλιογραφία
Ανώνυμος, Η εν τω Αγίω Όρει του Άθω Ιερά Σκήτη της Αγίας Τριάδος των Καυσοκαλυβίων, Άγιον Όρος 1964.
Βαρβούνης, Μ. / Κεκρίδης, Στ., Η βιβλιοθήκη του Κυριακού στην Ιερά Σκήτη Καυσοκαλυβίων του Αγίου Όρους (A´), Θεολογία 73 (2002), 599–648.
–––––, Η βιβλιοθήκη του Κυριακού στην Ιερά Σκήτη Καυσοκαλυβίων του Αγίου Όρους (Β´), Θεολογία 74 (2003), 61–110.
Κουρίλας, Ευ., Κατάλογος των κωδίκων της ιεράς σκήτης Καυσοκαλυβίων και των καλυβών αυτής, Παρίσι 1930.
Λάμπρος, Σπ., Κατάλογος των εν ταις βιβλιοθήκαις του Αγίου Όρους ελληνικών κωδίκων, τ. Βʹ, Cambridge, University Press, 1900, 462–464.
Μάξιμος, μον. Καυσοκαλυβίτης, Ιερά Σκήτη Αγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων, Άγιον Όρος 1995.
Παπαδόπουλος, Θ., Βιβλιοθήκες Αγίου Όρους - Παλαιά ελληνικά έντυπα, Αθήνα 2000.
Πατάπιος, μον. Καυσοκαλυβίτης, Τα σημειώματα των χειρογράφων του κυριακού της σκήτης Αγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων, Κληρονομία 32 (2000), 321–357.
–––––, Κατάλογος των χειρογράφων Κωδίκων του Κυριακού της Σκήτης Αγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων, Αθήνα 2005.
–––––, Η παλαιολόγειος βυζαντινή εποχή στην αγιορειτική σκήτη των Καυσοκαλυβίων, Βυζαντινός Δόμος 15 (2006), 265–315.
–––––, Άσκηση και λογιότητα στη Σκήτη Καυσοκαλυβίων κατά τον 18ο αιώνα, Παρνασσός 50 (2008), 115–172.
–––––, Συμπληρωματικός Κατάλογος των χειρογράφων κωδίκων του Κυριακού της Σκήτης Αγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων (αρ. 243–279), Χρονικά της Χαλκιδικής 58–59 (2013–2014), 89–142.
–––––, Καυσοκαλύβια. Ιερά Σκήτη Αγίας Τριάδος (Προσκυνηματικός οδηγός), Άγιον Όρος 2021.
Σμυρνάκης, Γ., Το Άγιον Όρος, Καρυές Αγίου Όρους 1903/1988.
Χρήστου, Π., Το Άγιον Όρος, Αθωνική πολιτεία - ιστορία, τέχνη, ζωή, Αθήνα 1987.