Ένας τύπος της μοναχικής ζωής, εκτός από τον ερημητισμό και τον κοινοβιακό βίο, ήταν και οι αποκαλούμενες λαύρες της Παλαιστίνης. Οι μοναχοί δεν ζούσαν στο κύριο συγκρότημα της λαύρας, αλλά σε χωριστές γειτονικές σκηνές και δεν συγκεντρώνονταν παρά μόνο κάθε Σάββατο και Κυριακή σε μια εκκλησία, την ονομαζόμενη λαύρα. Από τις παλαιότερες λαύρες είναι του Αγίου Ευθυμίου (377–473) και τον Άγιο Σάββα (439–532), ο τελευταίος μάλιστα υπήρξε κτήτορας της μεγάλης ομώνυμης λαύρας που χτίστηκε ανάμεσα στην Ιερουσαλήμ και τη Νεκρά Θάλασσα. Η Λαύρα αυτή εξελίχθηκε σύντομα σε ένα από τα σπουδαιότερα πνευματικά κέντρα της Ιουδαίας, έχοντας και την αμέριστη συμπαράσταση των βυζαντινών αρχών. Η αραβική κατάκτηση των περιοχών αυτών δεν δημιούργησε εμπόδια στην ανάπτυξη του εκκλησιαστικού και πνευματικού αυτού κέντρου, κάθε άλλο μάλιστα, καθώς αραβόφωνοι μοναχοί συγκρότησαν μία φιλοχριστιανική κίνηση που σύντομα εξαπλώθηκε προς τη Χερσόνησο του Σινά και την Αίγυπτο.
Η Λαύρα του αγίου Σάββα δεν γνώρισε τις επιπτώσεις από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης και συνέχισε για αιώνες να λαμπρύνει τη μοναστική ζωή, ενώ οι μοναχοί της πίστευαν ακράδαντα ότι δεν ήταν υπήκοοι κάποιας εθνικότητας ή αυτοκρατορίας, παρά του βασιλείου του Θεού.
Από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής της η Λαύρα αυτή πλαισιώθηκε από μοναχούς που διέθεταν υψηλή μόρφωση και πλούσια πνευματικά προσόντα. Γνωρίζουμε επίσης ότι λειτούργησε εκεί από τα πρώτα χρόνια σχολείο, στο οποίο είχαν την ευκαιρία και τη δυνατότητα να βελτιώσουν οι μοναχοί τις γνώσεις τους. Έτσι η Λαύρα εξελίχθηκε σύντομα σε κέντρο μελέτης και σπουδών και συγκροτήθηκε σπουδαία βιβλιοθήκη και βιβλιογραφείο. Άλλωστε και το Τυπικό της, συνταγμένο από τον ίδιο τον άγιο Σάββα, επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο λειτουργίας όλων των μοναστηριών της Παλαιστίνης, προσδίδοντάς της έτσι ακόμη μεγαλύτερη αίγλη.
Έχει συχνά γίνει λόγος ότι ο «χρυσούς αιών» της Λαύρας υπήρξε ο 6ος και ο 8ος, όσον αφορά τον μεγάλο αριθμό ασκητών που την πλαισίωσαν αλλά και την πνευματική ακτινοβολία της αντίστοιχα. Τότε βρήκε καταφύγιο εκεί ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός και συνέταξε τα περισσότερα συγγράμματά του. Ήδη όμως από τα χρόνια του αγίου Σάββα μπορούμε να ανιχνεύσουμε τη σπορά για την καλλιέργεια της πνευματικής ζωής στη Λαύρα, καθώς ο Κύριλλος από τη Σκυθούπολη, που κλήθηκε να αντικαταστήσει τον κτήτορα της Λαύρας στη θέση του ηγουμένου, εξελίχθηκε στον σπουδαιότερο αγιολόγο του 6ου αιώνα. Ένας άλλος μοναχός της, ο Αντίοχος «Πανδέκτης», που έζησε κατά τον 7ο αιώνα, συνέγραψε ένα σημαντικό εγχειρίδιο (Πανδέκτης της Αγίας Γραφής), το οποίο έχει μεγάλη αξία για την πατερική έρευνα λόγω της πλούσιας τεκμηρίωσής του. Επανερχόμενοι τώρα στον Ιωάννη Δαμασκηνό, να τονίσουμε ότι μέσα στο κελί του (στο οποίο και ετάφη) συνέγραψε τα ερμηνευτικά του έργα και κυρίως τα σχόλια στις Επιστολές του αποστόλου Παύλου και τα δογματικά του συγγράμματα, κυρίως την Πηγή γνώσεως.