Βιβλιοθήκη της Ριζαρείου Σχολής

Ιστορική αναδρομή της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής. Η Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή ιδρύθηκε το 1844 στην Αθήνα και αρχικά στεγάστηκε σε συγκρότημα κτιρίων επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας. Η Σχολή λειτουργούσε ως εκκλησιαστικό γυμνάσιο πενταετούς διάρκειας, με σκοπό την παροχή όλων των απαιτούμενων γνώσεων στους σπουδαστές της που σκόπευαν να χειροτονηθούν ιερείς. Εμπνευστές και ιδρυτές της Σχολής ήταν οι αδελφοί Μάνθος και Γεώργιος Ριζάρης, οι οποίοι κατάγονταν από το Μονοδένδρι Ζαγορίου, αλλά έζησαν και δραστηριοποιήθηκαν επιχειρηματικά σε διάφορες περιοχές της τσαρικής Ρωσίας.

Πρώτος μετέβη στην ελληνική παροικία της Νίζνας (πόλη της σημερινής Ουκρανίας) ο Μάνθος έπειτα από πρόσκληση του θείου του Πανταζή. Εκεί ασχολήθηκε με το εμπόριο και γρήγορα επέκτεινε τις επιχειρήσεις του στη Μόσχα, την Οδησσό, τη Βεσσαραβία, τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και την Κωνσταντινούπολη. Πιθανότατα το 1806 εγκαταστάθηκε στη Νίζνα και ο μικρότερος αδελφός του, Γεώργιος, ο οποίος τα επόμενα χρόνια ανέλαβε πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαχείριση του εμπορικού οίκου που είχαν δημιουργήσει στο μεταξύ οι δύο αδελφοί. Μετά τον θάνατο του Μάνθου το 1824, ο Γεώργιος ανέλαβε αποκλειστικά τα ηνία των επιχειρήσεων των Ριζάρηδων, πραγματοποιώντας συχνά ταξίδια για εμπορικούς λόγους στη Μόσχα και την Οδησσό.

Λίγο πριν πεθάνει, ο Μάνθος ζήτησε από τον μικρότερο αδελφό του «να εκπληρώσει εν καιρώ ευθέτω τας διαθέσεις αμφοτέρων» για την ίδρυση μιας Εκκλησιαστικής Σχολής στο Μονοδένδρι. Την ίδια κιόλας χρονιά ο Γεώργιος ξεκίνησε να συγκεντρώνει την τεράστια περιουσία τους, η οποία ήταν διασκορπισμένη σε πολλά εμπορικά κέντρα της εποχής, και παράλληλα να σκέφτεται την υλοποίηση μιας μεγάλης χορηγίας στην Ελλάδα, η οποία τότε αγωνιζόταν για την ελευθερία της απέναντι στους Τούρκους. Ακολουθώντας το παράδειγμα του αείμνηστου πλέον Μάνθου, ο οποίος είχε στηρίξει με γενναίες προφορές τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και τη Φιλική Εταιρεία για την προετοιμασία της Επανάστασης, ο αδελφός του προχώρησε στη χρηματοδότηση των αγωνιστών, καθώς και των οικογενειών των οποίων οι περιουσίες είχαν περιπέσει στα χέρια των Τούρκων· όμως δεν έμεινε μόνο σε αυτό. Το 1835, κι ενώ βρισκόταν στην Οδησσό, αποφάσισε να ιδρύσει στο Μονοδένδρι την «Κοινή Σχολή Ελληνικών Μαθημάτων», την οποία εξόπλισε με σύγχρονα εργαστήρια και πλούσια βιβλιοθήκη. Το διδακτήριο αυτό στεγάστηκε στο σπίτι των αδελφών Ριζάρη, το οποίο είχε πρωτύτερα επισκευαστεί με εντολή και έξοδα του Γεώργιου Ριζάρη.

Το τελικό μέρος του σχεδίου χορηγιών του Γεώργιου προς την πατρίδα του τέθηκε σε εφαρμογή στις αρχές του 1837, όταν επέστρεψε στην Ελλάδα (αρχικά εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο και μετά στην Αθήνα). Με τον ερχομό του στην πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους άρχισε να αγοράζει κτήματα ώστε με τα έσοδα από την απόδοσή τους να διασφαλίσει το μέλλον της Εκκλησιαστικής Σχολής που σκόπευε να δημιουργήσει εκεί. Την επιθυμία του για τη σύστασή της την είχε εκφράσει για πρώτη φορά σε διαθήκη του το 1833, ενώ επτά χρόνια μετά, το 1840, με την τελική του διαθήκη παρέθετε αναλυτικά τους πόρους από την κινητή και την ακίνητη περιουσία που θα δαπανούνταν «προς σύστασιν και διατήρησιν μιας Εκκλησιαστικής Σχολής». Επιπλέον, αναφερόταν λεπτομερώς στην οργάνωση και τη διοίκηση της Σχολής, η οποία θα τελούσε υπό τον έλεγχο του κράτους.  

Ο Γεώργιος Ριζάρης πέθανε ένα χρόνο μετά τη σύνταξη της διαθήκης του και άμεσα ξεκίνησαν από το τριμελές Συμβούλιο των εκτελεστών της οι προετοιμασίες για τη δημιουργία της Εκκλησιαστικής Σχολής, σύμφωνα με τα όσα όριζε η διαθήκη. Μετά από δύο χρόνια, στις 25 Ιανουαρίου/6 Φεβρουαρίου 1843, εκδόθηκε Βασιλικό Διάταγμα με το οποίο εγκρινόταν ο Οργανισμός και η ίδρυση της Ριζαρείου Σχολής με το όνομα «Εκκλησιαστική Σχολή Μάνθου και Γεωργίου Ριζάριδων». Η Διεύθυνση της Σχολής ανατέθηκε προσωρινά στον εκ των συμβούλων της διαθήκης αρχιμανδρίτη Μισαήλ Αποστολίδη και πρώτος καθηγητής διορίστηκε ο Νεόφυτος Δώτος (ήταν ο μόνος του οποίου ο διορισμός υπαγορεύτηκε από τον Γεώργιο). Η Σχολή αποφασίστηκε να λειτουργήσει στο κτίριο της οικίας του Γεώργιου επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας 24, το οποίο όμως χρειαζόταν επισκευές και ανάλογη διαμόρφωση, έργα τα οποία ανατέθηκαν στον Γάλλο αρχιτέκτονα Ανδρέα Κουσέν.

Η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των εργασιών και τα γεγονότα της 3ης Σεπτεμβρίου, τα οποία κατέληξαν στη θέσπιση Συντάγματος από τον βασιλιά Όθωνα, ανέβαλαν την προγραμματισμένη για τις 23 Ιουνίου του 1843 έναρξη λειτουργίας της Σχολής. Τελικά, στις 15 Μαΐου 1844 έγιναν με πρωτοφανή για την εποχή λαμπρότητα τα εγκαίνια της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής. Για περισσότερο από έναν αιώνα η εκπαιδευτική δραστηριότητα της Σχολής, που λειτουργούσε κατά καιρούς ως Εκκλησιαστικό Γυμνάσιο, Ιεροδιδασκαλείο και Φροντιστήριο, έλαβε χώρα στα κτίρια του οικοπέδου της Βασιλίσσης Σοφίας. Από τη σχολική περίοδο 1960–1961, η Σχολή μεταφέρθηκε στις εγκαταστάσεις που ανεγέρθηκαν σε έκταση 85 στρεμμάτων στο Χαλάνδρι (το Συμβούλιο της Σχολής είχε αγοράσει το 1937 το εν λόγω κτήμα, το οποίο ανήκε στον στρατηγό Αριστοτέλη Κόρακα, έναντι 2.850.000 δραχμών). Στο δενδρόφυτο αυτό κτήμα στεγάζονται έως σήμερα τα Διδακτήρια (λειτουργεί α΄, β΄ και γ΄ τάξη γενικού εκκλησιαστικού λυκείου), το Οικοτροφείο, η Βιβλιοθήκη, το Γυμναστήριο, ο Ναός του Αγίου Γεωργίου και οι υπόλοιπες εγκαταστάσεις της Σχολής.

Οι μαθητές/σπουδαστές της είναι όλοι υπότροφοι (εσωτερικοί ή εξωτερικοί) και εισάγονται στη σχολή με εισαγωγικές εξετάσεις, ενώ πρέπει να κατέχουν υποχρεωτικά απολυτήριο γυμνασίου. Οι απόφοιτοι της Ριζαρείου έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε όλα τα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ιστορικά, απόφοιτοι της Ριζαρείου Σχολής υπήρξαν σημαντικοί άνθρωποι του τόπου (πατριάρχης, αρχιεπίσκοπος, μητροπολίτες, καθηγητές πανεπιστημίου, ακαδημαϊκοί, κορυφαίες προσωπικότητες από τον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα κ.λπ.). Ανάμεσα σε αυτούς ξεχωρίζουν ο Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής Θεόδωρος Β΄, ο Αθανάσιος Ευταξίας ή Παπαλουκάς, ο Ξενοφών Ζολώτας, ο Νικόλας Λούβαρης, ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, ο Θεόφιλος Βορέας, ο Χαράλαμπος Γιέρος και πολλοί άλλοι.

Μεγάλες όμως ήταν και οι μορφές των γραμμάτων και των τεχνών που δίδαξαν στη Ριζάρειο, με προεξέχοντα τον Μητροπολίτη Πενταπόλεως Νεκτάριο Κεφαλά, τον μετέπειτα Άγιο Νεκτάριο (1846–1920), ο οποίος διετέλεσε διευθυντής της Ριζαρείου από το 1894 έως το 1908, συμβάλλοντας καταλυτικά στην οργάνωση της Σχολής αλλά και στη διαμόρφωση του τρόπου διδασκαλίας. Ορισμένοι ακόμα από τους σημαντικότερους δασκάλους της Σχολής, οι οποίοι την ανέδειξαν σε ένα από τα σπουδαιότερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, ήταν ο Μισαήλ Αποστολίδης, ο Γεώργιος Γεννάδιος, ο Ευθύμιος Καστόρχης ο Κωνσταντίνος Κοντογόνης, ο Ζήκος Ρώσης, ο Εμμανουήλ Ζολώτας, ο Ιωάννης Σακελλαρίδης κ.ά.                         

Βιβλιοθήκη της Ριζαρείου Σχολής. Η ιστορία της Βιβλιοθήκης ξεκινά παράλληλα με αυτήν της Ριζαρείου Σχολής, αν όχι νωρίτερα καθώς από το 1832 σε ιδιόχειρο σημείωμα του Γεωργίου Ριζάρη στις πρώτες σελίδες του συγγράμματος του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Δοσίθεου Περὶ τῶν ἐν Ἱεροσολύμοις πατριαρχευσάντων (Βουκουρέστι 1715) αναφερόταν ότι το βιβλίο θα προσφερόταν στο «Σχολείον Πνευματικόν», όπως ο ίδιος αποκαλούσε την Εκκλησιαστική Σχολή, η σύσταση της οποίας αποτελούσε όραμα του ίδιου και του αδελφού του.

Σύμφωνα με τα όσα παραθέτει ο Νικηφόρος Καχριμάνης, παλιός καθηγητής και λυκειάρχης της Σχολής (βλ. «Βιβλιογραφία»), ο Γεώργιος Ριζάρης θεωρούσε την ύπαρξη της Βιβλιοθήκης ως απαραίτητο συμπλήρωμα της Σχολής προκειμένου να εκπληρώσει τους ειδικούς στόχους της: εθνικό, θρησκευτικό και πνευματικό. Άλλωστε, ο δημιουργός της Σχολής και της Βιβλιοθήκης, όπως προκύπτει και από την αλληλογραφία του Γεώργιου με τον Αδαμάντιο Κοραή το 1825, ήταν ένθερμα υπέρμαχος της άποψης που διατράνωνε ο διδάσκαλος του γένους ότι η απελευθέρωση του έθνους και η μετέπειτα σύσταση του ελληνικού κράτους θα μπορούσε να επέλθει μόνο μέσω της ελληνικής παιδείας, για την καλλιέργεια της οποίας σημαίνοντα ρόλο έπαιζε εκείνη την εποχή η Εκκλησία.

Θέτοντας ο ίδιος τα θεμέλια της συλλογής της Βιβλιοθήκης, παραχώρησε σε αυτήν μέσω του άρθρου 62 της διαθήκης του όλα τα βιβλία του, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 126 ανέφερε ότι «κατ’ έτος το τριμελές Συμβούλιον δύναται να εξοδεύη, έως πεντακοσίας δραχμάς εκ του εισοδήματος της Σχολής, διά να προμηθεύωνται εν αυτή τα απαιτούμενα, κατά γνωμοδότησιν των Καθηγητών, βιβλία». Το ποσό των πεντακοσίων δραχμών για την προμήθεια των βιβλίων επαναλαμβανόταν και στο Κεφάλαιο Ε΄ του Οργανισμού της Ριζαρείου Σχολής, που όπως αναφέρθηκε εκδόθηκε το 1843. Επίσης, δηλωνόταν ρητά ότι η Εκκλησιαστική Σχολή διέθετε Βιβλιοθήκη «αυξανομένην κατ’ έτος εκ βιβλίων θεολογικών και άλλων επιστημών…».

Τα επόμενα χρόνια η συλλογή της Βιβλιοθήκης εμπλουτίστηκε με δωρεές αλλά και αγορές βιβλίων που πραγματοποιήθηκαν από το Συμβούλιο της Σχολής. Αντλώντας πληροφορίες από το βιβλίο του Δημήτριου Βέργου (βλ. «Βιβλιογραφία»), οι σημαντικότερες δωρεές για την περίοδο 1847–1935 προήλθαν από τον Μητροπολίτη Αθηνών Προκόπιο Γεωργιάδη, τον Αρχιεπίσκοπο Μαντινείας και Κυνουρίας Θεόκλητο Βίμπο, την Ελένη Αργυριάδη (δώρισε τη βιβλιοθήκη του αδελφού της), τις αδελφές Ορεινού (χάρισαν τη βιβλιοθήκη του αδελφού τους), τους κληρονόμους του Αριστείδου Σπαθάκη (δώρισαν τη βιβλιοθήκη του), την Ελένη Ε. Πάλλη (παραχώρησε τα συγγράμματα του παππού της Κωνσταντίνου Οικονόμου), τον Αθανάσιο Ζίννη –σύμβουλο της Σχολής–, τον Νικόλαο Παπαγιαννόπουλο, τον Δημήτριο Σάρρο –σύμβουλο της Σχολής–, τον Ιωάννη Α. Λόντο –καθηγητή της Σχολής– κ.ά.

Ο Νικηφόρος Καχριμάνης καταγράφει τον κατάλογο (βλ. «Κατάλογοι») των δωρητών βιβλίων και περιοδικών, από το 1961 έως το 1994. Μεταξύ των δωρητών που πρόσφεραν τα περισσότερα βιβλία στη Βιβλιοθήκη ήταν οι εξής:

  • Χρ. Σολωμονίδης, σύμβουλος της Σχολής, 580 τίτλοι
  • Β. Βέλλας, καθηγητής Πανεπιστημίου και σύμβουλος της Σχολής, 1.372 τίτλοι
  • Μ. Γαλανός, καθηγητής θεολογίας, 198 τίτλοι
  • Γ. Μέγας, καθηγητής Πανεπιστημίου, 334 τίτλοι
  • Ν. Παπανικολάου, καθηγητής και διευθυντής της Σχολής, 900 τίτλοι
  • Τρ. Κώστιτς, απόφοιτος της Σχολής, καθηγητής θεολογίας, 128 τίτλοι

Συνολικά, μέχρι το 1994 η Βιβλιοθήκη κατείχε 12.126 τίτλους βιβλίων και περιοδικών, με τον αντίστοιχο αριθμό τόμων να ανέρχεται σε 20.963. Σύμφωνα με τον Καχριμάνη, οι παλαιές εκδόσεις της Βιβλιοθήκης, δηλαδή βιβλία που εκδόθηκαν μεταξύ 16ου και 18ου αιώνα, την καταξιώνουν όχι μόνο λόγω του περιεχόμενού τους, αλλά και για την εκτύπωση, τη βιβλιοδεσία, την εικονογράφηση, την καλλιτεχνική διακόσμηση και την εν γένει εμφάνισή τους. Στις εκδόσεις αυτές περιλαμβάνονται βιβλία ποικίλου περιεχομένου και διαφόρων γνωσιακών κλάδων. Πρόκειται κυρίως για κείμενα αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων, πατερικά κείμενα, θεολογικά συγγράμματα (μελέτες, πραγματείες), λεξικά της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γλώσσης, βοηθήματα για την προσέγγιση αρχαίων συγγραφέων (γραμματική και σχόλια) κλπ. Συγκαταλέγονται ακόμα αντιπροσωπευτικά έργα ιστορίας, αρχαιολογίας, παιδαγωγικής, φιλοσοφίας, λογοτεχνίας, τέχνης και αισθητικής, φυσικής, μαθηματικών, γεωγραφίας κ.ά.

Εκτός όμως από τις παλιές εκδόσεις, η Βιβλιοθήκη της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής θησαυρίζει και σύγχρονες εκδόσεις, οι οποίες αυξάνονται συνεχώς, με αποτέλεσμα να διαθέτει σήμερα πάνω από 50.000 τίτλους βιβλίων, μονογραφιών, περιοδικών και ανατύπων. Όλα αυτά τα έντυπα υποστηρίζουν τον διττό ρόλο της Βιβλιοθήκης: πρώτον, ως σχολική βιβλιοθήκη εξυπηρετεί τις ανάγκες των μαθητών και υποστηρίζει τον εκπαιδευτικό ρόλο των καθηγητών του Γενικού Εκκλησιαστικού Λυκείου. Δεύτερον, ως ειδική βιβλιοθήκη περιλαμβάνει βιβλιογραφικές πηγές που καλύπτουν τις ανάγκες φοιτητών και ερευνητών, οι οποίοι ασχολούνται με θέματα ανθρωπιστικών σπουδών και ειδικότερα θεολογίας. Συγκεκριμένα, διαθέτει μια πλούσια συλλογή από βιβλία εκκλησιαστικής ιστορίας, λειτουργικής, δογματικής, κανονικού και εκκλησιαστικού δικαίου κ.ά. που χρονολογούνται από τον 16ο αιώνα. Παράλληλα, ιδιαίτερα χρήσιμες για τους ερευνητές είναι οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται στο ιστορικό αρχείο της Ριζαρείου, το οποίο αποτελεί τμήμα της Βιβλιοθήκης. Μέσα από τα τεκμήρια του αρχείου (μαθητολόγια, κατάλογοι υποτρόφων, βιβλία διευθυντών, διδασκόντων, αλληλογραφία Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως, λογιστικά βιβλία κ.ά.) μπορεί κανείς να ιχνηλατήσει την ιστορία της Σχολής από την ίδρυσή της, το 1844, μέχρι σήμερα.

Το 2009 το Πολυμελές Συμβούλιο της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής αποφάσισε την αναμόρφωση των κτιριακών εγκαταστάσεων της Βιβλιοθήκης, ενώ παράλληλα προχώρησε στην επιστημονική καταγραφή και τεκμηρίωση των συλλογών του Ιδρύματος και εν τέλει στη δημιουργία ηλεκτρονικού καταλόγου με τα βιβλία που θησαυρίζονται στα ράφια της Βιβλιοθήκης. Επίσης, αποφασίστηκε η αναβάθμιση των συλλογών με νέες προσκτήσεις και τέλος η ψηφιοποίηση του ιστορικού αρχείου του Ιδρύματος καθώς και του σπάνιου και πολύτιμου υλικού των συλλογών του.

Στις δραστηριότητες της Βιβλιοθήκης εντάσσεται η έκδοση μονογραφιών και επιστημονικών μελετών, οι οποίες αναγνωρίζονται ως αξιόλογες από την επιστημονική κοινότητα και ορισμένες από αυτές έχουν επιλεγεί ως πανεπιστημιακά συγγράμματα. Μάλιστα, η Ακαδημία Αθηνών τίμησε με βράβευση μια εξ αυτών το 2010⸱ πρόκειται για την έκδοση Η εντοίχια θρησκευτική ζωγραφική του 16ου και 17ου αιώνα στο Δυτικό Ζαγόρι του Ιωάννη Χουλιαρά, ερευνητή του βυζαντινού πολιτισμού και της ιστορίας της τέχνης (βλ. «Εκδόσεις»).

Τέλος, ως τμήμα–προέκταση της Βιβλιοθήκης της Ριζαρείου Σχολής μπορεί να θεωρηθεί η Βιβλιοθήκη του δάσκαλου και συγγραφέα Κώστα Λαζαρίδη (1904–1989), αποτελούμενη από 5.000 περίπου τόμους, συμπεριλαμβανομένων και παλαιών χειρογράφων, παλαιτύπων, παλαιών εφημερίδων, επιστολών και άλλων αρχειακών εγγράφων, την οποία δώρισε το 1983 στο Ριζάρειο Ίδρυμα. Μαζί με τη Βιβλιοθήκη του ο Λαζαρίδης κληροδότησε στο Ίδρυμα μια συλλογή αποξηραμένων φυτών και βοτάνων του Ζαγορίου, το αρχείο του και μια μικρή λαογραφική συλλογή. Το σύνολο του υλικού βρίσκεται στην οικία του Λαζαρίδη στο Κουκούλι Ζαγορίου, η οποία παραχωρήθηκε επίσης από τον αποθανόντα και από το 1990 λειτουργεί ως «Πνευματικό Κέντρο Κ. Λαζαρίδης». Να επισημανθεί ακόμα ότι από το 1979 λειτουργεί στο Μονοδένδρι, γενέτειρα των αδελφών Ριζάρη, η Ριζάρειος Χειροτεχνική Σχολή (μοναδική στο είδος της στην Ελλάδα), και από το 2000 το Ριζάρειο Κέντρο Εκθέσεων και Συναθροίσεων στο αρχοντικό Πανταζή, το οποίο φιλοξενεί όλο τον χρόνο εκθέσεις φωτογραφίας. 

Κατάλογοι της Βιβλιοθήκης

Καχριμάνης, Ν., «Η Βιβλιοθήκη της Ριζαρείου Εκκλ. Σχολής – Τα Παλαίτυπα (Εκδόσεις ΙΣΤ΄ αι.), Σύντομη αναφορά στην ιστορία της», Ριζάρειος Εκκλησιαστική Παιδεία, τόμ. Γ΄, Αθήνα 1984, σ. 131–151.  

Καχριμάνης, Ν., Βιβλιοθήκη της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής, Εκδόσεις ΙΣΤ΄, ΙΖ΄, ΙΗ΄ αι. (1523–1800), Αθήνα, Επτάλοφος, 1994.

Εκδόσεις του Ιδρύματος (ενδεικτικές)

Η Ελλάδα του μόχθου 1900-1960: συλλογή Νίκου Πολίτη, Αθήνα 2008.

Ιωάννινα 1913–2013: ένας ιστορικός περίπατος στην πόλη / Ioannina 1913–2013: walks into the past, Αθήνα 2013 (δίγλωσση έκδοση).

Μάνθος και Γεώργιος Ριζάρης: το σύμβολο της ευεργεσίας, Αθήνα 2021.

Μασσαλάς, Χ.Β., Βαδίζοντας από τον 20ό στον 21ο αιώνα, Διαλέξεις στο Λύκειο του Ριζαρείου Ιδρύματος, Αθήνα 2021.

Boissonnas, F., Εικόνες της Ελλάδας = Images of Greece, Αθήνα 20202.

Ξούριας, Γ., Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων. Το φιλολογικό έργο Η θεωρία των «Γραμματικών Τεχνών», Αθήνα 2007.

Στρογγύλης, Κ. (αρχιμανδρίτης), Ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως και η Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή (1894–1908), Αθήνα 2008.

Το Ριζάρειο Ίδρυμα στον Χρόνο, Αθήνα 2019.

Τούντα, Ελένη, Το δυτικό Sacrum Imperium και η βυζαντινή αυτοκρατορία: Ιδεολογικές τριβές και αλληλεπιδράσεις στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή του 12ου αιώνα (1135–1177), Αθήνα 2008.

Τσιόδουλος, Σ., Η ζωγραφική των σπιτιών του Ζαγορίου: Τέλη 18ου–αρχές 19ου αιώνα. Ιστορική και πολιτισμική προσέγγιση, Αθήνα 2009.

Φραγκίσκος, Εμ., Οι Τρεις Ναοί του Αγ. Γεωργίου στον περίβολο της Παλαιάς Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής – Ιστορικές μαρτυρίες, Αθήνα 2011, σ. 9–14.

Φυτράκης, Α.Ι., Ριζάρειος Εκκλησιαστική Παιδεία, τόμοι I, II, III, IV», Αθήνα 1978, 1981, 1984, 1988.

Χουλιαράς, Γ., Η εντοίχια θρησκευτική ζωγραφική του 16ου και 17ου αι. στο Δυτικό Ζαγόρι, Αθήνα 2009.

Χρηστίδης, Β.Δ., Η αρχιτεκτονική του κεντρικού Ζαγορίου – Το παράδειγμα του Κουκουλιού, Αθήνα 2004.

Βιβλιογραφία για τη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή και τη Βιβλιοθήκη της

Βέργος, Δ.Θ., Ιστορικόν των εν τη Ριζαρείω Εκκλ. Σχολή κληρονομιών, κληροδοτημάτων και δωρεών από της συστάσεως αυτής μέχρι 30 Ιουνίου 1954, Αθήνα 1954.    

Γούδας, Α., Βίοι Παράλληλοι, τόμ. Γ΄, Αθήνα 1870, σ. 43–75.

Διαθήκη εκ του Ζαγορίου της Ηπείρου, αειμνήστου Γεωργίου Ραδιόνοφ Ριζάρη, Ιππότου του Τάγματος του Σωτήρος, επιμ. Ν. Ιωαννίδης, Αθήνα 1853.

Καλοκαιρινός, Γ., «Ριζάρειος Σχολή: 150 χρόνια προσφοράς», Η Καθημερινή, 18 Σεπτεμβρίου 1994, σ. 22.

Καχριμάνης, Ν., «Η προσωπικότης των Ριζαρών», Ριζάρειος Εκκλησιαστική Παιδεία, τόμ. Α΄, Αθήνα 1978.

Κονιδάρης, Γερ., Ιστορία της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής, εισαγ. Χ.Α. Παπαδόπουλος (αρχιεπίσκοπος), Αθήνα 1969. 

Παπαδόπουλος, Χ., Ιστορία της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής: Επί τη εβδομηκονταπενταετηρίδι αυτής, Αθήνα 1919.

Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή 1844–1969, Πανηγυρικός τόμος επί τη 125 ετηρίδι αυτής, επιμ. Χρ. Σολωμονίδης / Αλεξ. Σάντας, Αθήνα, Φιλική Εταιρία, 1969.

Το κατά τη Ριζάρειον Εκκλησιαστικήν Σχολήν από της συστάσεως αυτής μετά της εικόνος του ιδρυτού, επιμ. Νικολάου Ράδου, Αθήνα, Τυπογραφείο Διονυσίου Ευστρατίου, 18911, 19022.

Φιλιππίδης, Ι., «Η Βιβλιοθήκη της Ρ. Ε. Σχολής», Επετηρίς της Ρ.Ε.Σ. του σχολικού έτους 1929–1930, σ. 63–66.

Επωνυμία: Βιβλιοθήκη της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής
Ιστορικό πλαίσιο: Νεότερη Εποχήsemantics logo
Χαρακτήρας: Σχολικέςsemantics logo
Τόπος ίδρυσης: Αθήναsemantics logo
Τόπος λειτουργίας: Αθήναsemantics logo
Χρόνος ίδρυσης: 1844
Περιεχόμενα: Βιβλία
Περιοδικά
Έγγραφα
Σύστημα διαχείρισης υλικού: KOHA
Σύστημα ταξινόμησης: Ταξινόμηση που δεν εμπίπτει σε κάποιο σύστημα ταξινόμησης
Δωρεές/Αγορές: Ναι
Εκδόσεις: Ναι
Κατάλογοι: Έντυπος κατάλογος βιβλίων 16ου–18ου αιώνα
Ηλεκτρονικός κατάλογος
Ιδιοκτησία: Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή
Κτίρια: Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή, Ριζαρείου 1, Χαλάνδρι 15233
Διοίκηση: Πολυμελές (Δεκαμελές) Συμβούλιο Ριζαρείου Ιδρύματος
Νομικό πλαίσιο: Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ)
Προσωπικό: Υπεύθυνη Βιβλιοθήκης (φιλόλογος)
Πληροφορίες: Διεύθυνση: Βιβλιοθήκη Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής, Ριζαρείου 1, Χαλάνδρι 15233
Τηλέφωνο: 210 6814126
Εmail: library@rizarios.gr
Ιστοσελίδα: https://www.rizarios.gr/bibliothiki/
Ωράριο: Καθημερινά: 9:00–15:00
Λέξεις κλειδιά: Ριζάρειο Ίδρυμα
Μάνθος Ριζάρης
Γεώργιος Ριζάρης
Μονοδένδρι Ζαγορίου
Αλέξανδρος Υψηλάντης
Φιλική Εταιρεία
Μισαήλ Αποστολίδης
Νεόφυτος Δώτος
Λεωφόρος Βασιλίσσης Σοφίας
Νεκτάριος Κεφαλάς
Νικηφόρος Καχριμάνης
Αδαμάντιος Κοραής
Αναφέρει: Εικόνες
Το κτίριο του Διδακτηρίου της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής στο Χαλάνδρι. Στο εσωτερικό του βρίσκεται η Βιβλιοθήκη της Σχολής.
Ο Μάνθος Ριζάρης, ο μεγαλύτερος εκ των δύο αδελφών Ριζάρη, σημαντικός ευεργέτης του έθνους.
Ο Γεώργιος Ριζάρης, ιδρυτής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής.
Μακέτα με το κτίριο της παλαιάς Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής και τον ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου στον περίβολο χώρο της.
Άποψη από το εσωτερικό της Βιβλιοθήκης της Ριζαρείου Σχολής.
Η κεντρική είσοδος της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής στο Χαλάνδρι.
Ο χώρος του αναγνωστηρίου στη Βιβλιοθήκη της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής.
Κινητά βιβλιοστάσια στη Βιβλιοθήκη της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής.
Εξωτερική άποψη του κτιρίου του Διδακτηρίου της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής στο Χαλάνδρι.
Εκθετήριο της Χειροτεχνικής Σχολής στο Μονοδένδρι Ζαγορίου.
Άποψη από το εσωτερικό του αρχοντικού Πανταζή όπου στεγάζεται το Εκθεσιακό Κέντρο στο Μονοδένδρι Ζαγορίου.
Άδεια χρήσης: Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές (CC BY-NC-ND 4.0)
Δικαιώματα: Το λήμμα αποτελεί πρωτότυπη επιστημονική εργασία της ομάδας ανάπτυξης του ψηφιακού χώρου «Περί Βιβλιοθηκών».
Εμφανίζεται στις συλλογές:Βιβλιοθήκες
Προβολή λιγότερων