Δομινικανοί μοναχοί εγκαταστάθηκαν στην Μπολόνια λίγο μετά το 1218, ενώ η μονή τους λειτούργησε και ως στούντιουμ τζενεράλε από το 1248, ως έδρα της Σχολής Δικαίου του Πανεπιστημίου από τον 13ο αιώνα και ως τμήμα της Θεολογικής Σχολής μετά το 1364. Στο πλαίσιο αυτό συγκροτήθηκε βιβλιοθήκη η οποία πριν από το 1381 θησαύριζε 472 τόμους αλυσοδεμένους σε 52 έδρανα, διατεταγμένα σε δύο παράλληλες σειρές. Πιθανότατα επρόκειτο για μια αίθουσα, το φάρδος της οποίας έφτανε τα 9 μέτρα, με εμφανή την ξυλοκατασκευή της οροφής. Γύρω στα 1440 διαπιστώθηκε η ανάγκη ανακατασκευής της βιβλιοθήκης και το 1461 καταρτίστηκε συγκεκριμένο σχέδιο. Ωστόσο, οι εργασίες αποκατάστασης άρχισαν τον Οκτώβριο του 1464 σε ένα τμήμα στο παλαιό συγκρότημα της μονής, ενώ η οικοδόμηση της βιβλιοθήκης ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1466 και ολοκληρώθηκε το 1469.
Δεν γνωρίζουμε το όνομα του αρχιτέκτονα που επιμελήθηκε τον σχεδιασμό της βιβλιοθήκης, ενώ το μόνο στοιχείο που έχουμε είναι πως ο Τζοβάννι ντι Μαρτίνο ντε Ρόσσι, ο επονομαζόμενος Τζοβάννι Νέγκρο, μνημονεύεται ως προϊστάμενος των τοιχοποιών (muratori) της σχετικής κατασκευής. Πιθανότατα όμως αρχιτέκτονας ήταν ο Πάνιο ντι Λάπο, ένας Φλωρεντινός μαθητής του Μικελότσο, που σχεδίασε την εκκλησία του Αγίου Αντωνίου. Όπως κι αν έχουν τα πράγματα, η αίθουσα της βιβλιοθήκης καταλαμβάνει το δεύτερο επίπεδο ενός κτίσματος που βρίσκεται νότια και παράλληλα με την εκκλησία. Η αίθουσα, διαστάσεων 38,30×14,50 μ., δεν αποκλίνει ουδόλως από το σχεδιαστικό σκεπτικό του Μικελότσο. Πρόκειται για τρίκλιτη, με δύο κιονοστοιχίες, από οκτώ κίονες η καθεμία, που συνδέονται με τον κεντρικό μεγάλο κυλινδρικό θόλο και τα σταυροθόλια των εκατέρωθεν πλευρικών κλιτών. Τα υαλοστάσια ήταν τοποθετημένα σε συμμετρική διάταξη στους πλευρικούς τοίχους, ενώ τα σημερινά, στον κεντρικό άξονα της αίθουσας της βιβλιοθήκης, είναι μεταγενέστερες προσθήκες.
Περιγραφές από επισκέπτες της βιβλιοθήκης, ήδη από το 1478, μας επιτρέπουν να διαμορφώσουμε καλύτερη άποψη για το περιεχόμενο και την οργάνωσή της. Ο Τζοβάννι Σαμπαντίνο ντέλι Αριέντι μαρτυρεί το πλούσιο και μοναδικό περιεχόμενό της και τον κανονισμό λειτουργίας, που έδινε τη δυνατότητα να την επισκέπτεται κάθε ενδιαφερόμενος. Ο Φάμπιο Βίτζιλι δεν παρέλειψε να συμπεριλάβει στην περιήγησή του, μεταξύ των ετών 1510 και 1512, τη βιβλιοθήκη της μονής και σημειώνει πως τα βιβλία φυλάσσονταν σε δύο σειρές από 32 έδρανα η καθεμία, ενώ οι Σεραφίνο Ράτζι (1572) και Γιοχάννες Λομάιερ αναφέρουν πως τα έδρανα ήταν 66 στο σύνολό τους.
Κ.Σπ. Στάικος, Η Αρχιτεκτονική των Βιβλιοθηκών στον Δυτικό Πολιτισμό, Αθήνα, Άτων, 2016, σ. 289–290.